30/4/13

Καλό Πάσχα!



Ευχόμαστε σε όλους καλό Πάσχα και με το καλό η ανάσταση!

Μαγδαληνή...





















Ντίνος Χριστιανόπουλος

Μαγδαληνή

Μ' αυτό το μύρο θ' αλείψω τα πόδια του,
μ' αυτά τα μαλλιά θα σφουγγίσω τα πόδια του,
μ' αυτά τα χείλη, τα πόδια του τα εξαίσια κι άχραντα θα φιλήσω.
Ξέρω, είναι πολύ αυτό το μύρο για τη μετάνοια ....
Γιατί, κύριε, ο έρωτας μού ανάβει την πίστη κι η αγάπη τη μετάνοια
κι ίσως μείνει αιώνια τ' όνομά μου σα σύμβολο
εκείνων που σώθηκαν και λυτρώθηκαν «ότι ηγάπησαν πολύ».


26/4/13

Maddalena... : La Donna

Αφιέρωμα στην ερωτική ποίηση της Τζιοκόντα Μπέλι στο Poeticanet...


Gioconda Belli


Διατρέχοντάς σε (Recorriéndote)
 
Θέλω τη σάρκα σου να δαγκώνω,
σάρκα αλμυρή και όλο ρώμη,
ξεκινώντας απ΄τα όμορφα τα μπράτσα σου,
ίδια με κλαδιά ερυθρίνας,
να συνεχίζω προς το στήθος αυτό που τα όνειρά μου τ’ ονειρεύονται
αυτό το στήθος-σπηλιά όπου το πρόσωπό μου κρύβω
ανασκαλεύοντας την τρυφεράδα,
αυτό το στήθος που τύμπανα αντηχεί και ζωή συνεχή.
Εκεί για κάμποσο να μένω
μπλέκοντας τα χέρια μου
στο δασάκι αυτό από θάμνους που βλασταίνουν,
απαλό και μαύρο κάτω απ’ το γυμνό μου δέρμα,
να συνεχίζω ύστερα στον αφαλό
προς το κέντρο εκείνο απ’ όπου ξεκινάς να γαργαλιέσαι,
και ολοένα να σε δαγκώνω, να σε φιλώ,
ώσπου εκεί να φτάνω,
στο μικρό εκείνο μέρος
-κρυφό και μυστικό-
που χαίρεται στην παρουσία μου
που προχωρά για να μ’ υποδεχτεί
και προς εμένα προελαύνει
με όλην του τη δύναμη την πυρωμένη, ανδρική.
Ύστερα στα πόδια σου να κατεβαίνω
στέρεα σαν τις πεποιθήσεις σου τις αντάρτισσες,
τα πόδια αυτά που το ανάστημά σου ορθώνουν
που σε φέρνουνε σε μένα
και εμένα συγκρατούν,
που τα πλέκεις τη νύχτα στα δικά μου
τα απαλά και θηλυκά.
Τα πέλματά σου να φιλώ, έρωτά μου,
που τόσο, δίχως μου, τους μένει να διαβούν
και πάλι πίσω ν’ ανεβαίνω, σκαλί το σκαλί,
ώσπου τα χείλη να πιέζω στα δικά σου,
ώσπου όλη να γεμίζω απ’ το σάλιο, την ανάσα τη δική σου,
ώσπου μέσα μου να εισβάλλεις
με τη δύναμη του ιλίγγου
και με το πήγαινε να με κατακλύζεις και το έλα σου
σαν θάλασσα ανήμερη,
ώσπου ν’ απομένουμε οι δυο μας ιδρωμένοι τεντωμένοι
στων σεντονιών πάνω την άμμο.
 


 ********


Σαν γάτα (Como gata boca arriba)
 
Σαν γάτα, σε θέλω, ανάσκελη
με κοιλιά αναθρώσκουσα σε θέλω,
νιαουρίζοντας μέσα απ’ τη ματιά σου,
μέσα από τούτον τον έρωτα-κλουβί
τον βίαιο
τον γεμάτο γρατζουνίσματα
σαν σε νύχτα με φεγγάρι
σαν δυο γατιά ερωτευμένα
που τον έρωτά τους ομιλούν στις στέγες
ζευγαρώνοντας με λυγμούς και με κραυγές
μ’ αισχρόλογα, χαμόγελα και δάκρυα
(από εκείνα που κάνουν το κορμί ν’ αναρριγά από χαρά)

Σαν γάτα, σε θέλω, ανάσκελη
κι απ’ τη φυγή με υπερασπίζω,
τη λιποταξία απ’ τη μάχη,
από αδιέξοδα και νύχτες δίχως να μιλούμε,
αυτόν τον έρωτα που με ζαλίζει,
που γύρη με γεμίζει,
γονιμότητα
και πισώπλατα τη μέρα μ’ ακολουθεί
προκαλώντας μου ρίγη.

Δεν φεύγω, να φύγω δεν θέλω, να σ’ αφήσω,
στα κρυφά σε ψάχνω
γουργουρίζοντας,
σε ψάχνω ξεμυτίζοντας πίσω απ’ τον καναπέ,
πηδώντας πάνω στο στρώμα σου,
λυκνίζοντας την ουρά μου στα μάτια σου μπροστά,
σε ψάχνω με τα τεντώματά μου πάνω στο χαλί,
φορώντας τα γυαλιά για να διαβάσω
βιβλία οικιακής οικονομίας
να μην γυρνώ αλλοπαρμένη και το σπίτι να ξέρω να διοικώ,
φαγητό να μαγειρεύω
και τα δωμάτια να συγυρίζω
ώστε δίχως σκόνη ν’ αγαπιόμαστε και δίχως αταξία,
ν’ αγαπιόμαστε τακτοποιημένα,
τάξη βάζοντας σε τούτο το χάος
επανάστασης, δουλειάς και έρωτα,
σε κατάλληλο χρόνο κι ακατάλληλο,
τη νύχτα, τα χαράματα,
στο μπάνιο,
γελώντας εμείς, ίδιοι γατιά εξημερωμένα,
γλείφοντας τις μουσούδες μας σαν γατιά υπερήλικα, κουρασμένα
απ’ το διάβασμα της εφημερίδας στα πόδια του καναπέ.

Σαν γάτα, σε θέλω, ευγνωμονούσα,
παχειά απ’ την προσοχή και τα χάδια τα πολλά,
σαν γάτα, σε θέλω, ισχνή
καταδιωκόμενη, κλαψιάρα,
σαν γάτα σε θέλω, έρωτά μου,
σαν γάτα, Τζιοκόντα,
σαν γυναίκα,
σε θέλω.
 


**********


Σύντομες παραδόσεις ερωτισμού
(Pequeñas lecciones de erotismo)

Ι.

Να διατρέχεις ένα κορμί
σε όλην του την έκταση την αιολική
θα πει το γύρο να κάνεις του κόσμου
και δίχως πυξίδα στα τέσσερα του ορίζοντα σημεία να περιδιαβαίνεις
νήσους κόλπους χερσονήσους φράγματα υδάτων μανισμένων
Υπόθεση εύκολη δεν είναι –παρότι ηδονική–
Μην θαρρείς πως μια μέρα, μόνο, ή νύχτα σε σεντόνια στρωμένα
για τούτο θα σου φτάσει
Οι πόροι μέσα κρύβουν μυστικά, πολλά φεγγάρια να γεμίσουν


ΙΙ.

Το κορμί, χάρτης αστρικός σε κώδικα μυστικό
Έν’ άστρο θ’ απαντήσεις κι ίσως θα πρέπει ν’ αρχινήσεις
τη ρότα σου να διορθώνεις όταν σύννεφο, τυφώνας ή κάποιο ουρλιαχτό βαθύ
ρίγη σε γεμίσουν
Μια χούφτα που ούτε καν την είχες υποψιαστεί


ΙΙΙ.

Φορές πολλές το ίδιο σημείο να επιμεληθείς
Συνάντησε τη λίμνη με τα νούφαρα
Χάιδεψε με την άγκυρά σου του κρίνου την καρδιά
Βυθίσου μέσα να πνιγείς κι απλώσου
Μην απαρνηθείς τη μυρωδιά τη ζάχαρη το αλάτι
τους ανέμους τους βαθείς το πλήθος τα φωτοστέφανα των πνευμόνων
Ομίχλη στο νου
και στα πόδια ρίγος
Θαλασσοχαλασμός γλαρωμένος τα φιλιά


IV.

Δίχως φόβο στον χούμο να βαλθείς στη φθορά την αβίαστη
Μην ποθείς στην κορφή να αποφτάσεις
Καθυστέρησε στου παράδεισου την πύλη όσο μπορείς
Νανούρισε τον έκπτωτο άγγελό σου ανακατεύοντάς του τα πυκνά μαλλιά
με το ξίφος φωτιάς ασφετέριστης
Δάγκωσε το μήλο


V.

Μύρισε
Πόνεσε
Αντάλλαξε βλέμματα σάλιο μουσκέψου
Κυλήσου εντύπωσε λυγμούς σάρκα που στάζει
Εύρημα το πόδι στο τελείωμα του άκρου
Καταδίωξέ το ψάξε μυστικό του βήματος μορφή της φτέρνας
Τόξο του βηματισμού που γεννά κολπίσκους βάδισμα τοξωτό
Απόλαυσέ τα


VI.

Άκουσε εσύ κοχύλι της ακοής
πώς η υγρασία στενάζει
Λωβός που στα χείλη σιμώνει ήχος της ανάσας
Πόροι που φουσκώνουν και όρη μικροσκοπικά γεννούν
Αίσθηση σπασμού σάρκας επαναστατημένης στο ρυθμό
Πηγή απαλή του αυχένα που στη θάλασσα του στήθους ξεχύνεται
Παλίρροια της καρδιάς ψιθύρισέ του
Εντόπισε των νερών τη σπηλιά

VII.

Διαπέρασε τη γη του πυρός την πίστη την καλή
και τρελός διάπλευσε το σμίξιμο των ωκεάνειων υδάτων
Διάσχισε τα φύκια και κοράλλια αρματώσου βόγκηξε στέναξε
Αναδύσου με κλάδον ελαίας κλάψε υπονομεύοντας χάδια κρυμμένα
Ξεγύμνωσε ματιές της έκπληξης
Γκρέμισε τον εξάντα από τα ύψη πάνω του ματόκλαδου
Τόξωσε τα φρύδια κι άνοιξε τα παράθυρα της μύτης

VIII.

Ανάσανε στέναξε
Πέθανε λιγάκι
Γλυκά αργά πέθανε
Πάλεψε κόντρα στου ματιού την κόρη
Την ηδονή παράτεινε
Όρθωσε το κατάρτι κι άνοιξε πανιά
Βάλε ρότα και πλώρη προς την Αφροδίτη
το άστρο της πρωίας
–η θάλασσα ίδια με κρύσταλλο αδειανό υδραργυρικό–
κι αποκοιμήσου
ναυαγός.




Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη 

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Poeticanet, τεύχος 18 (Απρίλιος 2013)
http://poeticanet.com/poets.php?subaction=showfull&id=1366726779&archive=&start_from=&ucat=331&show_cat=331


23/4/13

Τρέχα γύρευε...

 


















Κική Δημουλά


Τρέχα γύρευε

Πότε πότε μας θυμάται το μέλλον
όσο μακριά κι αν βρίσκεται,
όλο και κάποιο μήνυμα λαβαίνουμε,
γραμμένο πάντα βιαστικά
γιατί διαρκώς αναχωρεί
για πιο μακριά ακόμα.
Τι να το κάνεις;
Γραφτά που μένουνε αδιάβαστα.
Κανείς δεν ξέρει από μας
να διαβάσει τι γράφει το μέλλον.
Παρεκτός κάτι ελάχιστες
γραμματιζούμενες ελπίδες.
Τρέχα γύρευε.

20/4/13

Βάλσαμο του πόνου...






















Johann Wolfgang von Goethe

Νυχτερινό τραγούδι του διαβάτη 

Συ κομμάτι τ’ ουρανού,
βάλσαμο του πόνου τόσο,
τον διπλό καημό του νου
με διπλή τον ραίνεις δρόσο.
Αχ, οι στράτες πόση οδύνη!
Τούτο το άχθος μου προς τι;
Αχ γαλήνη,
μες στο στήθος μου έλα, εσύ!



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

**********************


Wanderers Nachtlied I

Der du von dem Himmel bist,
Alles Leid und Schmerzen stillest,
Den, der doppelt elend ist,
Doppelt mit Erquickung füllest,
Ach, ich bin des Treibens müde!
Was soll all der Schmerz und Lust?
Süßer Friede,
Komm, ach komm in meine Brust!



Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό Poeticanet, τεύχος 17 (Νοέμβριος 2012)

17/4/13

Το μπάσταρδο του Μακρυγιάννη...

















Γιάννης Πατίλης

Τίτλοι τέλους


                             (με τον τρόπο του Σ. Π.)

Τίτλος: Ελλάς
Παραγωγή: Ιστορία
Σενάριο: Ζαμπέλιος Κοραής
Παπαρρηγόπουλος Κορδάτος
Σκηνοθεσία (πολλοί):
Τρικούπης Καποδίστριας
Ελ Βενιζέλος Παπανδρέου & υιοί
Παίζουν: Καραϊσκάκης Σολωμός
Θανάσης Διάκος
Ζαχαριάδης Άρης Καρυωτάκης
Μελίνα Μπουμπουλίνα
Βουγιουκλάκη
Κουστούμια:
ψαλιδόκωλα από Μόναχο-Παρίσι
και
Φωτισμοί: Ασπρόμαυροι από Δύση
Κομπάρσοι:
Εμείς
το μπάσταρδο του Μακρυγιάννη
Κι έξω βροχή μοντέρνα κρύο
και κίνηση ευρωπαϊκή πολλή
κι όλα σαν όνειρο
σ' ονείρου προβολή
που μόλις άρχισαν 
να πέφτουνε οι τίτλοι τέλους
κι έχουμε όλοι σηκωθεί
με τα παλτά στα χέρια
καθώς ανάβουνε σιγά-σιγά
στην αίθουσα τα φώτα
την έξοδο καθυστερώντας
λίγο ακόμη σκεπτικοί
για τελευταία φορά
πριν φύγουμε
να θυμηθούμε
του έργου
τους συντελεστές


Από την πιο πρόσφατη συλλογή, "Αποδρομή του αλκοόλ".

14/4/13

"Το καλοκαίρι όλα τα θαύματα αναδεύει"...





Τα θεατρικά άχθη και πάθη του καλοκαιριού


«Το καλοκαίρι όλα τα θαύματα αναδεύει», γράφει ο ποιητής*. Και πώς αλλιώς παρά για θαύματα μπορούμε να μιλούμε όταν αναφερόμαστε στο αρχαίο δράμα και τον κόσμο που αφενός το περιβάλλει, αφετέρου αυτό το ίδιο εσωκλείει. Βέβαια το καλοκαίρι, τόσο ημερολογιακά, όσο και λόγω καιρού, έχει πλέον εδώ και καιρό παρέλθει, πράγμα που σημαίνει πως ήρθε η ώρα του απολογισμού, ίσως και της «ξεγύμνωσης εγκαυμάτων» όπως αναφέρει ο ποιητής παρακάτω στο ίδιο ποίημα. 

Φέτος, όπως και κάθε καλοκαίρι, το αρχαίο δράμα είχε την τιμητική του στα ανά τη χώρα φεστιβάλ κι όχι μόνο. Γι’ άλλη μια φορά οι θίασοι φορτώνονταν σκηνικά και κοστούμια στον ώμο και γυρνούσαν από πόλη σε κωμόπολη κι αντιστρόφως, συμβάλλοντας στο πολύχρωμο θεατρικό πανηγύρι των θερινών μηνών. Ένα παραπάνω, φέτος υπήρξε πληθώρα κωμωδιών που παραστάθηκαν, γεγονός που αναστάτωσε πάραυτα πολλούς, επαΐοντες του θεάτρου και μη. Εξού και η ανήσυχη διερώτησή τους: Μήπως παράγινε φέτος το κακό; Κι αν ναι, γιατί; Μήπως η ελληνική κοινωνία νοσεί και μέσω της κωμωδίας αποζητά την ίαση; Μήπως οι θίασοι έχουν βρει μια σίγουρη συνταγή επιτυχίας σε καιρούς κρίσης; Μήπως επαναπαυόμαστε στα ήδη γνωστά; Μήπως, μήπως... Το ευχάριστο της υπόθεσης είναι ότι υπάρχει κι ένα δεδομένο, μια αλήθεια κοινώς παραδεκτή, όχι άλλη από τη διαχρονικότητα του Αριστοφάνη, για την οποία μιλούσαν σκηνοθέτες, ραδιοφωνικοί παραγωγοί που προσέφεραν δωρεάν εισιτήρια, έως και απλοί, καθημερινοί άνθρωποι.

Αληθεύει ότι ο Αριστοφάνης μπορεί να καταστεί επίκαιρος (φροντίζουν γι’ αυτό οι εκάστοτε συντελεστές), όπως συνέβη για παράδειγμα επιτυχώς στους Όρνιθες του ΔΗΠΕΘΕΚ, με την εύστοχη και πνευματώδη διασκευή του κειμένου, λιγότερο στις Νεφέλες του Εθνικού, με στοιχεία ασιατικά, την υπερβολή και την έλλειψη πηγαίου χιούμορ. Αληθές, επίσης, πως το κοινό είναι εξοικειωμένο με την κωμωδία και δεν χορταίνει να τη βλέπει∙ εξάλλου, το ίδιο έργο, σε διαφορετική σκηνοθεσία, δε μένει ποτέ το ίδιο. Αν τώρα η κωμωδία μπορεί, όπως και τα πηγαδάκια στις γειτονιές, να παίξει επιπλέον το ρόλο αντικαταθλιπτικού φαρμάκου, τόσο το καλύτερο. Κι αν ακόμη, μέσω των παραστάσεων, μπορεί να εξασφαλιστεί κάποιο μικρό εισόδημα στους θιάσους, πού το κακό; Γιατί λοιπόν να οριστεί αναγκαστικά πλαφόν αριστοφανικών παραστάσεων ανά καλοκαίρι; Ας μείνουν τα πλαφόν και οι στατιστικές στην Τρόικα.

Αφού λοιπόν συμφωνήθηκε η φύση και το πλήθος των παραστάσεων, σειρά παίρνει τώρα ο τόπος διεξαγωγής τους στο κατεξοχήν φεστιβάλ των θερινών φεστιβάλ: η Επίδαυρος. Το ερώτημα μετράει δεκαετίες, από την έναρξη του φεστιβάλ στο χώρο αυτό το 1955, και παραμένει έκτοτε δίχως ξεκάθαρη και τελεσίδικη απάντηση, αντιθέτως προσεγγίζεται κάθε φορά κατά το δοκούν: έχουν όλα τα έργα το δικαίωμα να παρουσιάζονται στην Επίδαυρο; Αν όχι, τότε ποια; Μόνο αρχαίο δράμα ή και σύγχρονα έργα; Και με βάση ποια κριτήρια θα πρέπει να γίνεται η επιλογή; 

Το δίχως άλλο, το αρχαίο θέατρο της Επιδαύρου είναι χώρος μαγικός∙ σωστότερα, ιερός. Αυτό το νιώθει κανείς έντονα την πρώτη, αλλά και κάθε φορά που το επισκέπτεται. Ένα αρχαίο αμφιθέατρο χωρητικότητας χιλιάδων θεατών, χωνεμένο όμως αρμονικά στη φύση, περιζωμένο με πεύκα και για μπαλκόνι κατάφυτους λοφίσκους που απλώνονται ως τα βουνά στο βάθος. Ύστερα, η δύση του ήλιου κατά την αναμονή έναρξης της παράστασης. Η πολυχρωμία του ανήσυχου πλήθους. Δεν είναι όμως μόνο αυτά, τα εμφανή. Πρόκειται κυρίως για ένα φορτίο κρυφό κι απόκρυφο που ιονίζει τον επισκέπτη και του δίνει την αίσθηση πως προσήλθε σε προσκύνημα κι όχι σε θέαμα. Μια αύρα αναδίνεται απ’ την ορχήστρα με μορφές, ήχους κι αρώματα του παρελθόντος. Εις ένδειξη αναγνώρισης της ιερότητας και μοναδικότητας του χώρου, και σεβασμού του, θα ’πρεπε στην Επίδαυρο να παρουσιάζεται αποκλειστικά αρχαίο δράμα. Δεν πρόκειται για προγονολατρεία, συντηρητισμό ή ένα βλέμμα μυωπικό, αλλά για την πεποίθηση πως το ίδιο το αρχαίο αμφιθέατρο είναι το αρχαίο δράμα, συνιστά συστατικό χαρακτηριστικό του κι αναπόσπαστο κομμάτι του. Για τα σύγχρονα έργα προσφέρονται όλες οι υπόλοιπες σκηνές του κόσμου, ακόμα και των μικρότερων αρχαίων θεάτρων στην Ελλάδα. Ας αποδοθεί, ωστόσο, στο συγκεκριμένο θέατρο που βρίσκεται επιπλέον τόσο κοντά στην πρωτεύουσα και τις αναρρίθμητες θεατρικές σκηνές της, το βάρος και ο ρόλος που του αρμόζει. Ας γίνει η μία, παγκόσμια, κατεξοχήν σκηνή αρχαίου δράματος.

Ο τρίτος προβληματισμός δεν αφορά το θέατρο ως συγγραφικό είδος ή ως αναπαράσταση και τόπο, αλλά αναφέρεται σ’ ένα άλλο βασικό στοιχείο του: το κοινό, τους θεατές. Μπορεί μεν να υπάρχει εξοικείωση με την αρχαία κωμωδία, ωστόσο είναι αναπόφευκτη η διαπίστωση πως το κοινό αγνοεί, αδιαφορεί ή έστω αισθάνεται αμήχανα ως προς το ρόλο του στο θέατρο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, το άκαιρο, άτοπο, ενίοτε έως και ακατάσχετο χειροκρότημα κατά τη διάρκεια των παραστάσεων. 

Ο μέσος θεατής αγνοεί ή αδιαφορεί για το αν και πότε πρέπει/μπορεί/αρμόζει να χειροκροτήσει, με αποτέλεσμα να παρεμβαίνει κάποτε στην παράσταση, φέρνοντας σε δύσκολη θέση ηθοποιούς και συν-θεατές ή και αλοιώνοντας την ατμόσφαιρα του έργου. Το επιχείρημα ότι στην αρχαία Ελλάδα το θέατρο ήταν «διαδραστικό», με άμεση επευφημία ή αποδοκιμασία, δεν θα βοηθούσε. Όπως ο μέσος σημερινός Έλληνας δεν είναι σε θέση ν’ αφομοιώσει τέτοια ποσότητα και ποιότητα φιλοσοφικού στοχασμού και ρητορείας όπως ο μέσος αρχαίος του πρόγονος (και δεν πρόκειται εδώ για το εμπόδιο της γλώσσας), έτσι θα ήταν αδύνατο να ισχύσουν οι τοτινές συνθήκες στο σημερινό θέατρο. Επιπλέον, και σε άλλους χώρους και χώρες με μακρά παράδοση αναπαράστασης, όπως για παράδειγμα στην κρατική όπερα της Βιέννης, μπορεί ν’ ακουστούν όντως σήμερα αποδοκιμαστικές κραυγές. Ωστόσο, οι ηθοποιοί δε χειροκροτούνται ανεξαιρέτως άμα τη εμφανίσει τους στο σανίδι, οι αναγκαίες παύσεις γίνονται αντιληπτές, κατανοητές και σεβαστές, και δεν διακόπτεται (στη μουσική φαίνεται πιο έντονα) μια άρια στη μέση, όπως συνέβη αντιθέτως επανειλημμένα στα άσματα του Canto General φέτος στο Ηρώδειο, κι ας υπήρχε διευθυντής ορχήστρας. Για το χειροκρότημα δε στο «Μεγάλο μας τσίρκο» που φρόντισε να διπλασσιάσει σχεδόν τη διάρκεια της παράστασης, με τη δήθεν συμφωνία κι ενστερνισμό επαναστατικών και συναφών μυνημάτων και ιδεωδών, ίσως να γίνει λόγος αλλού, αναλυτικότερα. Στόχος σαφώς δεν είναι ούτε η επίπληξη, ούτε η κομπορρημοσύνη, ούτε ένας εκ των άνω διδακτισμός-καθωσπρεπισμός. Αντιθέτως, η ανάγκη συνειδητοποίησης του ρόλου του θεατή και της βαρύτητάς του, μέσα από παιδεία, ουσιαστική εξοικείωση με το θέατρο και, προ πάντων, κριτική σκέψη! 

Ο ποιητής* καταλήγει πως «το καλοκαίρι όλα τα χρέη αποπληρώνει». Αυτή την αίσθηση μοιράζεται εν μέρει η γράφουσα ως προς τα θεατρικά πράγματα με αφορμή τα φετινό καλοκαίρι. Έρχεται χειμώνας!



*Κώστας Κουτσουρέλης, Αέρας Αύγουστος, 29, σύμφωνα με την πρώτη μορφή του, διαθέσιμη στο διαδίκτυο:



Έλενα Σταγκουράκη
Αθήνα, 14.10.2012


Πρώτη δημοσίευση: Ιστοσελίδα περιοδικού "Φρέαρ", Απρίλιος 2013
http://frear.gr/?p=110 


11/4/13

With just the door ajar...

























Emily Dickinson - Voices & Visions από poetictouch
(Στο 42:48' του ντοκυμαντέρ, η υπέροχη απαγγελία του ποιήματος)



Emily Dickinson

640.

I cannot live with You – 

It would be Life – 

And Life is over there – 

Behind the Shelf



The Sexton keeps the Key to – 

Putting up

Our Life – His Porcelain – 

Like a Cup – 



Discarded of the Housewife – 

Quaint – or Broke – 

A newer Sevres pleases – 

Old Ones crack – 



I could not die – with You – 

For One must wait

To shut the Other's Gaze down – 

You – could not – 



And I – could I stand by

And see You – freeze – 

Without my Right of Frost – 

Death's privilege?



Nor could I rise – with You – 

Because Your Face

Would put out Jesus' – 

That New Grace



Glow plain – and foreign

On my homesick Eye – 

Except that You than He

Shone closer by – 



They'd judge Us – How – 

For You – served Heaven – You know,

Or sought to – 

I could not – 



Because You saturated Sight – 

And I had no more Eyes

For sordid excellence

As Paradise



And were You lost, I would be – 

Though My Name

Rang loudest

On the Heavenly fame – 



And were You – saved – 

And I – condemned to be

Where You were not – 

That self – were Hell to Me – 



So We must meet apart – 

You there – I – here – 

With just the Door ajar

That Oceans are – and Prayer – 

And that White Sustenance – 

Despair –