Σελίδες

28/3/13

Με άλογο κουτσό...



 






















Με άλογο κουτσό

Η εποχή αυτή ’ναι του ιπποδρόμου
και όλοι πια ποντάρουνε σε άλογα κουτσά·
είτε -κατάσελα- μετάξια είτε λινά,
με όψη όλα πάναγνου οσίου, μα και αμώμου.

Κουτσό, πώς τάχα αλλιώς, και το άτι το δικό μου.
Στο χώμα μ’ έριξε αλαφιασμένο ευθύς,
ξεχνώντας, ποιός του ωραίου και της ζήσης του ο κριτής,
μον’ σπάζοντάς μου πόδια, χέρια, νου, καρδιά ατό του.

Το άλογο, τι κι αν είν' δαμασμένο;
Το ζώο κρύβει μέσα του κι αυτό
που δεν το νοιάζει: ετούτο ή κι εκείνο, θηλυκό!
και πάντως για καβάλα καμωμένο.

Το άλογο θ’ αφήσω το λοιπόν,
στην άκρη ας απομείνει η ιππασία.
Πολλά τα ζα στων ζώων την ακρισία,
κάποιο άλλο θα διαλέξω, εκών κι απών.


Έλενα Σταγκουράκη


(Πρώτη γραφή)

Της Τύχης και Μοίρας η ρόδα...




















Ειμαρμένη


Δεν είναι για όλους τα ρόδα
και κάποιων μονάχα αγκάθια
τους πρέπουν· να γίνει κομμάτια
της Τύχης και Μοίρας η ρόδα.

Τι κι αν την καλώ "Ειμαρμένη",
τι κι αν τη φωνάζω "Θεά μου",
εκείνη θα ρίξει μπροστά μου
τον πέλεκυ, φίδια ζωσμένη

και μήτε συμπάθεια θα δείξει,
κανένα του πόνου ελιξήριο.
Εμπρός μου η Μοίρα θα φρίξει,
κι εγώ σε φωτιάς καθαρτήριο.


Έλενα Σταγκουράκη

(Πρώτη γραφή για την ομότιτλη συλλογή)
 

22/3/13

Για να τα διαβείς εσύ...






















Idea Vilariño



Τα πάντα δικά σου
για ’σένα
προορίζονται για την παλάμη την ακοή το βλέμμα σου
προορίζονταν
προορίστηκαν
πάντοτε προορίζονταν
σ’ αναζητούν σ’ αναζητούσαν
σ’ αναζήτησαν στο παρελθόν
πάντοτε
απ’ την ίδια τη νύχτα
που μ’ έσπειραν.
Εσένα έκλαψα στη γέννησή μου
εσένα στο σχολείο έμαθα
εσένα αγάπησα στις αγάπες τις τοτινές
και στους άλλους.
Ύστερα
τα πράγματα όλα
οι φίλοι τα βιβλία οι αποτυχίες
οι αγωνίες τα καλοκαίρια οι υποχρεώσεις
αρρώστιες σχόλη εκμυστηρεύσεις
όλα σημαδεμένα
όλα οδηγημένα
τυφλά
παραδομένα
προς το μέρος
απ’ όπου θα περνούσες
για να τα συναντήσεις
για να τα διαβείς εσύ.



Να σε βλέπω να γελάς, με τα χέρια να σ’ αγγίζω
μαζί σου να ζω μια μέρα ένα χρόνο τρεις βδομάδες
ζωή αντίξοη και ζωή γλυκειά να μοιράζομαι μαζί σου
να σε βρίσκω στο κρεβάτι
στο δωμάτιο σαν ντύνεσαι
με μυρωδιά ποτού
σαν καπνίζεις
σαν ιδρώνεις το καλοκαίρι
ή στον έρωτα σαν κλείνεις
τα μάτια σου τα αφηρημένα.

Τι με νοιάζει (Qué me importa) 

Τι με νοιάζει η αγάπη
αυτό που ζητούσα
ήταν το είναι σου ολόκληρο για ’μένα
μέσα μου
στη ζωή μου
ακόμη κι αν δεν σε είχα
ακόμη κι αν για μέρες εβδομάδες μήνες χρόνια
δεν είχα εκείνο το γλυκό το λουλουδένιο άρωμα
του απαλού αναλωμένου δέρματός σου
που μου ’δινε
όλον τον έρωτα του κόσμου.
Τα υπόλοιπα
η αγάπη
τι μ’ ένοιαζαν
και τι με νοιάζουν.



Την αγάπη σου παίρνω
και τι μ’ αυτό
την αγάπη μου σου δίνω
και τι μ’ αυτό
απογεύματα θα ’χουμε και νύχτες
ενθουσιασμούς
καλοκαίρια
όλη την ηδονή
όλη την ευτυχία
όλη τη θαλπωρή.
Και τι μ’ αυτό.
Για πάντα θα λείπει
το βαθύ το ψέμμα
το για πάντα.


Ο μάρτυρας (El testigo)

Τίποτα εγώ δεν σου ζητώ
δεν δέχομαι εγώ από ’σένα τίποτα.
Αρκεί που υπάρχεις
στον κόσμο
που ξέρεις ότι υπάρχω
στον κόσμο
που είσαι
κι είσαι για χάρη μου
μάρτυρας κριτής θεός.
Αν όχι
όλ’ αυτά προς τι.




Κατέχω τη στοργή σου
σαν την παλάμη του χεριού μου την ίδια.
Φορές-φορές τη θυμάμαι στα όνειρά μου
σαν να την είχα ήδη κάποτε χάσει.
Σχεδόν όλες τις νύχτες
σχεδόν όλες τις φορές πάνω που αποκοιμιέμαι
εκείνην ακριβώς τη στιγμή
εσύ στη δυνατή αγκαλιά σου με τυλίγεις
με κυκλώνεις
με περικλείεις στη δροσερή σπηλιά του ύπνου σου
και το κεφάλι μου στηρίζεις με τον ώμο σου.



Μπαίνω στο παιχνίδι (Entro en el juego)

Μπαίνω στο παιχνίδι
παίζω
τα φυλάω
βγαίνω
σε ακολουθώ χαμογελάω
παραδίνομαι
αφήνομαι
ξεχνιέμαι
όταν είσαι πλάι μου
όταν μ’ αγαπάς
μα σαν πάψεις
σαν έρθει το «όχι πια»
πόσο δύσκολο
να σ’ αγαπώ.


Τάγκο (Tango) 

Έρχομαι απ’ το δρόμο
παίρνω ψωμί
μπαίνω στο σπίτι
έχει ομίχλη και μπαίνω θλιμμένη
η αγάπη σου μια απουσία
η αγάπη σου λέω αγάπη μου
αγάπη που ’μεινε στο τίποτα.
Τα σκαλιά ανεβαίνω
κι αναθυμάμαι την ιστορία εκείνη
και μένω στα σκοτεινά
πίσω απ’ την πόρτα
πικραμένη
να σκέφτομαι να μη σκέφτομαι
την αγάπη σου
τη ζωή
και τη μοναξιά
τη μόνη βεβαιότητα.



Ζει (Vive)

Εκείνη η αγάπη
εκείνη
που με τις άκρες των δαχτύλων έπιασα
που στα πατώματα έσυρα
που άφησα που ξέχασα
η αγάπη εκείνη
τώρα
σε κάμποσες γραμμές
που από ’να συρτάρι ξεγλιστρούν 
είναι εδώ
εξακολουθεί να υπάρχει
εξακολουθεί να μου μιλά
πονά
και συνεχίζει
ακόμη
να ματώνει.



Ένα καλοκαίρι (Un verano)

Στις γκριμάτσες κάποτε καταφεύγω
να μην έχω πρόσωπο λύπης
να ξεχνιέμαι
αγάπη μου
τις σκληρές ν’ αποδιώχνω
κι αμείλικτες σκέψεις μου.
Τι να κάνω, πώς,
αγάπη μου
να ζήσω ακόμη
να υποφέρω ακόμη
άλλο ένα καλοκαίρι.
Πολύ βαραίνει
με βαραίνει σαν η θάλασσα να βάραινε
με τον όγκο της τον απροσμέτρητο
τους ώμους μου
με βυθίζει
στη γη την πιο μαύρη του πόνου
κι εκεί μ’ αφήνει
αποκαμωμένη
αγάπη μου
μόνη μου εκεί
η δική σου εγκατάλειψη.



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Το δέντρο" (Νοέμβριος 2012)