Σελίδες

20/5/15

«Να αντέξεις είναι το ζητούμενο»





«Να αντέξεις είναι το ζητούμενο»*


«Ο γυάλινος κόσμος»
του Τένεσι Ουίλιαμς
σκην. Ελένη Σκότη
Θέατρο Εμπορικόν
Μάιος 2015


«Κάτω απ’ αυτήν την ηρεμία…» σχολιάζει η Αμάντα Γουίνγκφιλντ, αφήνοντας ημιτελή τη φράση της. Με την αναζήτηση αυτής ακριβώς της αλήθειας πέρα από τα φαινόμενα καταγίνεται το έργο που καθιέρωσε τον Ουίλιαμς. Μόνο που, για να την αντικρίσει κανείς και να την παραδεχτεί ξεστομίζοντάς την, χρειάζεται θάρρος και αντοχή, χαρακτηριστικά που δε διαθέτουν όλοι –ή που ίσως δεν επιθυμούν να διαθέτουν.

Ο γυάλινος κόσμος, κλασικό πλέον έργο του παγκόσμιου δραματολογίου, παρουσιάστηκε για πρώτη φορά το 1944 στο Σικάγο, αποσπώντας διθυραμβικές κριτικές. Έκτοτε γνωρίζει πολυάριθμες παραστάσεις κάθε χρόνο ανά τον κόσμο. Γραμμένο με ιδιαίτερη μαεστρία, πυκνότητα νοήματος, συμβολισμό, αλλά και χώρο για ελευθερίες, το έργο επικεντρώνεται στη ζωή μιας τριμελούς οικογένειας μετά την εγκατάλειψή της από τον πατέρα. Με τρόπο χειρουργικό και σχεδόν δίχως να γίνεται αντιληπτό από τον ίδιο, ο αναγνώστης-θεατής γίνεται μάρτυρας τριών διαφορετικών κόσμων, τους οποίους ενώνει μονάχα το γεγονός ότι συνυπάρχουν κάτω από την ίδια στέγη. Έτσι, ό,τι σημαίνουν για την κόρη τα γυάλινα αντικείμενα, σημαίνει για τον γιο η ποίηση και για τη μητέρα οι αναμνήσεις του παρελθόντος. Η ευθραυστότητα του γυαλιού δεν χαρακτηρίζει μόνο τις φιγούρες της Λώρας, αλλά και τη δραστηριότητα του Τομ στον αντιποιητικό κόσμο της αποθήκης όπου εργάζεται και τις μνήμες της Αμάντας από μια εποχή για πάντα χαμένη. Σε μια πραγματικότητα με μέγα ζητούμενο την επιβίωση, τόσο φυσική –λόγω της Μεγάλης Κρίσης που εξουθένωσε τις ΗΠΑ–, όσο –κυρίως– ψυχική, οι χαρακτήρες καταφεύγουν στους δικούς τους παράλληλους κόσμους προκειμένου να αντέξουν. Και αλίμονο, όταν η πραγματικότητα αποφασίσει να τους υπενθυμίσει την ύπαρξή της.

Η σκηνοθετική απόδοση της Σκότη στέκεται στο ύψος του έργου και δεν αφήνει τις σκηνοθετικές ελευθερίες που αυτό επιτρέπει ανεκμετάλλευτες. Κυρίως πρόκειται για τον πολλαπλό ρόλο του Τομ, ο οποίος εν προκειμένω, πέρα από αφηγητής και πρόσωπο του έργου, παίζει κάποτε και ρόλο σκηνοθέτη. Αυτή η πολλαπλότητα του ρόλου του Τομ ίσως δικαιολογεί κάπως το γεγονός ότι ο γιος παρουσιάζεται ασπρομάλλης και μεγαλύτερος ηλικιακά από τη μητέρα του, κάτι που παρ’ όλ’ αυτά, ξενίζει αρκετά το θεατή. Αν το παραβλέπει, αυτό οφείλεται κυρίως στη θαυμαστή συμβολή του Καταλειφού που τον υποδύεται.

Στην παράσταση, αυτός ο τελευταίος δεν είναι παρά ένας πραγματικός έφηβος, με κίνηση και έκφραση εφήβου, απλά με άσπρα μαλλιά. Άλλωστε, κατ’ επιταγή των γονιδίων, πόσοι και πόσοι νέοι δεν έχουν λευκά μαλλιά. Η Θέμις Μπαζάκα, ως Αμάντα Γουίνγκφιλντ, καταπληκτική! Πρόσωπο, σώμα και κίνηση μιλούν από μόνα τους για να αποδώσουν μια γυναίκα τόσο υπέροχα καταπιεστική και τρυφερή, ονειροπόλα και πραγματίστρια, σωστή –θα λέγαμε– Ελληνίδα μάνα. Η παράσταση κυλάει γύρω της, με την ίδια στο επίκεντρο. Η Στέλλα Βογιατζάκη θαυμαστά ιδανική για το ρόλο της Λώρας, τόσο που δεν ξέρουμε αν πρέπει να επαινέσουμε περισσότερο τη διανομή ή την ερμηνεία της: αλαβάστρινη, εύθραυστη, αφελής, ένας σπάνιος μονόκερος η ίδια. Ο αεράτος Κωνσταντίνος Γώγουλος στο ρόλο του Ο’ Κόνορ προσωποποιεί αρμοστά την αδυσώπητη πραγματικότητα, προσφέροντας την αντίστιξη στον αδύναμο και θλιβερό κόσμο των Γουίνγκφιλντ.

Η μετάφραση του Δήμου Κουβίδη έχει ως αποτέλεσμα ένα κείμενο ποιητικό, με μπρίο και φρεσκάδα. Τα σκηνικά της Εύας Μανιδάκη εξαιρετικά μες τη λιτότητά τους, δίνοντας έμφαση στην οικονομική δυσχέρεια και την ευθραυστότητα. Καλοί οι φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη, αν και θα χρειάζονταν κάπως γοργότερα αντανακλαστικά, και αρκετά αναμενόμενη η ηχητική επένδυση του Σταύρου Γασπαράτου.

«Είμαι ακόμη κατάπληκτη απ’ τη ζωή» αναφωνεί η Αμάντα Γουίνγκφιλντ, δίνοντας έτσι φωνή στη σκέψη του θεατή. Πριν από κάποια χρόνια, ο Γυάλινος κόσμος θα αντιμετωπιζόταν ίσως ως ένα έργο Αμερικανού συγγραφέα, συγκεκριμένης εποχής και ξένης πραγματικότητας. Και τώρα, στην Αθήνα του 2015, αποζητά ξάφνου αγωνιωδώς ο καθένας μας το γυάλινο κόσμο που θα τον ανακουφίσει. Όσο δεν χάνεται η επαφή με την πραγματικότητα, πρόκειται για κάτι θεμιτό. Εξάλλου, αυτό το τελευταίο έρχεται να μας θυμίσει ο Τένεσι Ουίλιαμς.


* Στίχος της Κικής Δημουλά

Αθήνα, 8 Μαίου 2015


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου