Σελίδες

30/6/10

Φυγή

 

Γιώργος Σεφέρης

Φυγή

Δεν ήταν άλλη η αγάπη μας
έφευγε ξαναγύριζε και μας έφερνε
ένα χαμηλωμένο βλέφαρο πολύ μακρινό
ένα χαμόγελο μαρμαρωμένο, χαμένο
μέσα στο πρωινό χορτάρι
ένα παράξενο κοχύλι που δοκίμαζε
να το εξηγήσει επίμονα η ψυχή μας.

H αγάπη μας δεν ήταν άλλη ψηλαφούσε

σιγά μέσα στα πράγματα που μας τριγύριζαν
να εξηγήσει γιατί δε θέλουμε να πεθάνουμε
με τόσο πάθος.

Kι αν κρατηθήκαμε από λαγόνια κι αν αγκαλιάσαμε

μ' όλη τη δύναμή μας άλλους αυχένες
κι αν σμίξαμε την ανάσα μας με την ανάσα
εκείνου του ανθρώπου
κι αν κλείσαμε τα μάτια μας, δεν ήταν άλλη
μονάχα αυτός ο βαθύτερος καημός να κρατηθούμε
μέσα στη φυγή.



25/6/10

Habana tú

 

Ελένα Ταμάργο

Αβάνα εσύ

Από παιδί, μέσα στα χαρακώματα
σ’ εσένα έψαχνα το γλυκοχάραμα
καθ’ ομοίωσίν μου, καθ’ ομοίωσίν σου
σώμα σκοτεινό και σβέλτο του ύπνου μου.
Ξεκάθαρες στην προσμονή οι εικόνες
τελάληδες ενός απομεσήμερου φευγαλέου
κολλημένου στον ορίζοντα.
Μυστικό κρατούσες το μεταλλικό αδράχτι
γερμένη στο χείλος σου αναζητώ τη χαμένη άγκυρα
σε ψάχνω στο γυρισμό, είσαι πουλιά γεμάτη
έλα τα χέρια σου να στεγνώσεις και πες μου τα όλα.
Αυτή ήταν η εγκατάλειψη και το ήξερες.
Εισάκουσε τα παράπονα αυτά που από μέσα μου βγαίνουν καίγοντας
εγώ μονάχα σε ποθώ,
η σκιά του καιρού εκείνου μέσα σου
ρωτά με τρυφερότητα ανώφελη
κι εσύ μου έδινες δύναμη
παραδομένη και γαλήνια ωσάν τη θάλασσα.
Εκείνη η συνεύρεση που τόσοι τραγουδήσαν
δίχως βιασύνη ειδική σαν της στιγμής ετούτης.
Μήτε το φταίξιμο δικό σου σαν την πίκρα τους δεν εννόησες
στερώντας τους το γάλα και το ρούχο.
Όλα σου τα έδωσαν∙ ζωή που δε ζητούσες.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

************************

Habana tú

De niña, entre las grietas de la tierra
buscaba en ti mi aurora
a semejanza mía, a semejanza tuya
cuerpo oscuro y esbelto de mi sueño.
Puras ante la espera las imágenes
emisarias de la tarde que caía
pegada a su horizonte.
Tenías en secreto tu espigón de metales
inclinada en tu borde busco el ancla perdida
te busco en el regreso, estás llena de pájaros
vuelve a secar tus manos y cuéntamelo todo.
Era esto el abandono y lo sabías.
Óyeme estos lamentos que me salen ardiendo
yo sólo te deseo,
la sombra de aquel tiempo en ti misma entrevista
con inútil ternura
y tú me dabas fuerza
rendida y dócil como el mar sabe serlo.
Aquel concilio que tantos han cantado
sin una urgencia propia como ésta de este instante.
Tampoco fue tu culpa si no les comprendiste la amargura
faltándoles la leche y el abrigo
te lo dieron todo, vida que no pedías.


Αναδημοσίευση από το περιοδικό Poetica  Τεύχος 12 (www.poeticanet.gr)

22/6/10

Quando o mundo é mais pobre...





Καλό ταξίδι, Ζοζέ, αγαπημένε...

Boa viagem querido José...

21/6/10

Κομμάτι φως καλοκαιριού

 

Γιάννης Πατίλης

Διοξείδιο του πυριτίου 

Περίφημο πυρέξ δεν τό ’ξερα
πως σ’ έφτιαξαν από την άμμο της θαλάσσης.
Όλο το καλοκαίρι κυλιόμουνα στη φλόγα σου
με τη φωτιά σου ζέσταινα το κορμί μου.
Και τώρα που μπουμπουνίζει για καλά
κι αστράφτει στο σκοτάδι της κουζίνας
είσαι εσύ ένα κομμάτι φως καλοκαιριού,
που μου ζεσταίνεις το φαΐ.



17/6/10

Μου παρήγγειλε τ’ αηδόνι




Παντελής Μπουκάλας

Μου παρήγγειλε τ’ αηδόνι

Τώρα μαθαίνω πως η λύπη
γράφεται μ’ έψιλον και γιώτα.
Λείπεις – κι όλος ο κόσμος λείπει.
Λείπεις και νύχτωσαν τα φώτα.


Φωνή που ξεμακραίνει, τρέμει
φωνή ίδια βουνό ένα κλάμα.
Σαν δίχως νήμα μια ανέμη
σαν θαύμα που γυρνάει σε τραύμα.


Φωνή φαρμάκι, και το πίνω
όλο πουλί μου, να γλυκάνεις.
Το νου και το κορμί τα σβήνω,
μόνον εσύ μη μου πικράνεις.


Ακούω πιο βαθιά απ’ τη φωνή σου.
Νιώθω το βλέμμα της σιωπής σου σπαραγμένο.
Αξιώθηκα στιγμούλα της στιγμής σου.
Δώρο πιο τίμιο δεν έχω να προσμένω.


14/6/10

Ψήγματα Παράδεισου σε κόλασης καμίνι...



Νεκραναστάσεις αθανάτων

Ιούνιος μήνας και η σκιά
που πάνω μου πέφτει
δεν ανακουφίζει.
Φυλλώματα ύπουλα, μαβιά,
ένα ξένο παρελθόν
το παρόν μου ξορκίζει.
Στέφανον εξ ακανθών
η ανάσταση με στολίζει
περασμένων ημερών.
Ονόματα, αναμνήσεις∙ πικρίζει
και η ίδια η γεύση των νερών
που ήρθαν να λυτρώσουν,
να ξεπλύνουν κάθε δυστοπία.
Φόβοι, ενοχές, διλήμματα
καταντούνε ουτοπία
το αύριο εμπρός σου.
Κραταιός μονάχα ο άνεμος
που διαπερνά τα ψήγματα
Παράδεισου σε κόλασης καμίνι.
Σπίτι ερειπωμένο έχει μείνει
της ύπαρξής μου η θολή η μνήμη.


Έλενα Σταγκουράκη

Βάσκο του Δίγαμα




Διονύσης Καψάλης

Σονέττο VI

Πριν από χρόνια πίστεψα πως θα μιλούσα
όλες τις γλώσσες της στιγμής, ερωτευμένος,
και με το θαύμα της φωνής διαπιστευμένος,
σε μιαν ισότητα φωτός θα κατοικούσα,

Βάσκο του Δίγαμα, δεινός θαλασσοπόρος,
της ερημιάς σου εθελούσιος Ροβινσώνας,
μήκη και πλάτη να διαβεί ο αρραβώνας
στην κιβωτό του σώματός μας, κοσμοφόρος.

Πώς να γεμίσεις τ' ουρανού το λάλο ψέμα:
κάτι εμπορεύσιμο που πέρασε στο άιμα,
του γάμου σύμβολο κι αυτό, "εν τούτω νίκα",

στην ύπτια στάση του θνητού σε βρήκε τόσο 
γόνιμη που σ' ανέλαβε πριν συπληρώσω
χρόνια συντάξιμα στου έρωτα το ΙΚΑ.


("Δίγαμα", 1988)

Πρωτοχρονιά των ξένων




En la Nochevieja de este año
quiero como regalo 
que me cuentes una historia bonita
de tu niñez en algún pueblo 
de la Italia del Sur.

(...) Y la poesía 
obtuvo por un instante una cara cierta;
la de una niña pequeña
jugando por el suelo con la tierra..

(...)

Me quedé definitivamente atrás,
no te alcanzo; recuérdame, por favor,
el gran poeta que fui
antes de escribir poesías...


Traducción al español: Elena Stagkouraki

*******************

Σωτήρης Παστάκας

Πρωτοχρονιά των ξένων

Τη φετινή Πρωτοχρονιά, για δώρο
θέλω να μου πεις ένα ωραίο παραμύθι,
από τα παιδικά σου χρόνια, σε κάποιο 
χωριό της νότιας Ιταλίας. Ως μικρότερη
από τις πέντε αδερφές της μητέρας σου.
Χωρίς πατέρα και παππού, μ΄έναν λιμοκοντόρο
θείο. Η γιαγιά, οι καλόγιες, στίξη
κι αντίστιξη των παιδικών σου χρόνων.
Ένα χρόνο προτού σε συναντήσω,
αντίκρισα την Αδριατική κατάματα,
τη νύχτα διασχίζοντας απ’ άκρη σ’ άκρη
με το τρένο. "Χαίρε Απουλία" φώναξα, 
"και θάλασσα δική μας"... Κάθε ελαιόδεντρο 
κι ένας κήρυκας που έστελνε η πατρίδα μου
να με προϋπαντήσει. Κι η ποίηση απέκτησε
για μια στιγμή ένα συγκεκριμένο πρόσωπο,
μικρής παιδίσκης που έπαιζε στο χώμα
με τους σβόλους. Σε ξαναρήκα,
αλλά στο μεταξύ μεγάλωσες πιο γρήγορα 
από μένα, μες στη βιασύνη σου και με ξεπέρασες:
Σ’ αντάμωσα γυναίκα. Φέτος την Πρωτοχρονιά.
Που πίσω σου ξέμεινα οριστικά και πια
δε σε προφταίνω, θύμισέ μου, σε παρακαλώ,
τι μεγάλος ποιητής υπήρξα, 
όταν δεν έγραφα ποιήματα.


4/6/10

Πράξη εξουσίας



 Νίκος Καρούζος

Πράξη μοναχού μονοχίτωνος

Κάποια όνειρα που βλέπω, μ’ αρέσει ναν τα διηγιέμαι. Τι είδα χτες. Ένας ερημίτης κόβει λουλούδι και λέει στους μαθητάδες ολόγυρα: «Βλέπετε τίποτα σ΄αυτήνε την πράξη;». Ο ένας λέει πως είναι αγάπη για τ’ άνθη και ομοίωση μαζί τους. ο άλλος λέει πως είναι η μη-συνείδηση και τείνει σε κινήσεις μη-χρησιμότητας. ένας άλλος αποκρίνεται πως ήτανε μια ανάπαυλα της αγιότητας. Ο ερημίτης πάει στο μίσχο, δένει το λουλούδι με σπάγγο, λέγοντας: «Ήτανε μια πράξη εξουσίας». Και έμεινε άφωνος έως θανάτου, κατά το όνειρο που είδα.

2/6/10

Έξω απ’ τα δίχτυα του κόσμου


 
Γιώργος Σεφέρης

(...)
Κάποτε, όταν ήμουν ακόμη
στα καράβια, ένα μεσημέρι τον Ιούλιο, βρέθηκα μόνος
σε κάποιο νησί, σακάτης μέσα στον ήλιο. Ένα καλό
μελτέμι μου έφερνε στοργικούς στοχασμούς, όταν ήρθαν
και κάθισαν λίγο παραπέρα, μια νέα γυναίκα με διάφανο
φουστάνι, που άφηνε να ζωγραφίζεται το κορμί της, λιγνό
και θεληματικό σα ζαρκαδιού, κι ένας σιωπηλός άντρας
που, μια οργιά μακριά της, την κοίταζε στα μάτια. Μιλούσαν
μια γλώσσα που δεν καταλάβαινα. Τον εφώναζε
Τζιμ. Τα λόγια τους όμως δεν είχαν κανένα βάρος και
οι ματιές τους σωφιλιασμένες και ακίνητες άφηναν τα
μάτια τους τυφλά. Τους συλλογίζομαι πάντα γιατί είναι
οι μόνοι άνθρωποι, που είδα στη ζωή μου να μην έχουν
το αρπαχτικό ή το κυνηγημένο ύφος που γνώρισα σ' όλους
τους άλλους. Το ύφος εκείνο που τους κάνει ν' ανήκουν
στο κοπάδι των λύκων ή στο κοπάδι των αρνιών.
Τους συναπάντησα πάλι την ίδια μέρα σ' ένα από τα νησιώτικα
κλησάκια που βρίσκει κανείς όπως παραπατά και
τα χάνει μόλις βγει. Κρατούσαν πάντα την ίδια απόσταση
κι έπειτα πλησίασαν και φιληθήκανε. Η γυναίκα έγινε
μια θαμπή εικόνα και χάθηκε, μικρή καθώς ήταν. Ρωτιόμουν
αν ήξεραν πώς είχαν βγει από τα δίχτυα του
κόσμου ...

(...) 

(Από το "Τετράδιο γυμνασμάτων Ά")