Σελίδες

14/10/13

Τα κόκκινα φανάρια...




Τα τρία «Κ» (του Κωνσταντίνου): Κιτς, Καλτ και Κακογουστιά


«Τα κόκκινα φανάρια»
Αλέκου Γαλανού
Σκην.: Κωνσταντίνος Ρήγος
Εθνικό Θέατρο
Ιανουάριος 2013

               Να προσέρχεται ο θεατής στο REX κομίζοντας τον απόηχο και τις εικόνες της θρυλικής κινηματογραφικής παραγωγής του έργου το 1963, πόσο μάλλον να προσδοκεί κάτι αντίστοιχο, θα ήταν λάθος μεγάλο, καθώς έτσι θα δυναμίτιζε την έννοια της δημιουργικής διασκευής. Αυτό όμως επ’ ουδενί σημαίνει πως επιτρέπεται να υποστεί αμφίβολες και ροζ σκηνοθετικές εμμονές.


            Η υπόθεση του έργου, γνωστή από τις επανειλημμένες παρουσιάσεις του στο θέατρο και στον κινηματογράφο, αφορά τη ζωή εκδιδόμενων γυναικών σε οίκους ανοχής στην Τρούμπα, και συγκεκριμένα τις τραγικές ιστορίες μιας χούφτας τέτοιων γυναικών σ’ ένα «σπίτι», εν προκειμένω της Μαντάμ Παρί. Όλοι έχουν δικαίωμα στο όνειρο, μόνο που εκείνες δεν είχαν δικαίωμα στην πραγμάτωσή του.



            Η σκηνοθεσία του Ρήγου, πρώτη σκηνοθετική απόπειρα του χορογράφου, δεν θα μπορούσε να είναι πιο ταιριαστή για ν’ αποκαλύψει ένα αίσθημα ενοχικό του Εθνικού Θεάτρου απέναντι στο έργο και το συγγραφέα του. Έχοντας απορρίψει το έργο το 1962 λόγω του «ειδικού θέματός» του, έρχεται σήμερα να επιδείξει πως όχι μόνο το ανεβάζει, αλλά το πράττει και με τρόπο ελεύθερο, «ελευθερόστομο», προχωρημένο, σύγχρονο. Το Εθνικό Θέατρο είναι Προχώ! Το αποτέλεσμα; Στο φως βγαίνει ένα σύνδρομο κατωτερότητας, αυτή τη φορά απέναντι σ’ ένα έργο ελληνικό, μέσα από μια  π ο λ ύ   σ υ γ κ ε κ ρ ι μ έ ν η  και  ρ ο ζ  αισθητική αντίληψη, με γνώμονα την πρόκληση και το  δ ή θ ε ν ! Χαρακτηριστικότερη δεν θα μπορούσε να είναι η έναρξη της παράστασης, δηλωτική του επιδιωκόμενου στόχου, όπου μ’ ένα καλλιτεχνικό γυμνό, συνοδευόμενο από έναν μαγνητοφωνημένο τραγικό μονόλογο και μια ακόμη τραγικότερη -κι ομολογουμένως άψογα εκτελεσμένη- χορογραφία στο ημίφως, σοκάρει. Στον ίδιο ρυθμό και η δεύτερη σκηνή, με όλους τους ηθοποιούς στο σανίδι ν’ αυτοσχεδιάζουν ταυτόχρονα, λικνιζόμενοι ημίγυμνοι ή γυμνοί, μαζί με τη βιντεοπροβολή κι έναν ενοχλητικότατο ηλεκτρικό σφυγμό, της υπερβολικής διάρκειας δεκαλέπτου και πλέον. Το ψεύτικο του πράγματος δεν φαίνεται μόνο απ’ το χαρακτήρα των δύο πρώτων σκηνών, αλλά και απ’ το γεγονός ότι λίγη σχέση έχουν με την υπόλοιπη παράσταση. Όχι ότι δε διανθίζεται με ροζ στοιχεία ολόκληρη, απλώς στη συνέχεια βρίσκει κάπως το ρυθμό της, αφού οι ηθοποιοί καταφέρνουν με το πηγαίο, ειδικά σε ορισμένες περιπτώσεις, παίξιμό τους, να επωμιστούν ολόκληρο το βάρος και ν’ αποτρέψουν την αποχώρηση του κοινού, εφόσον εκείνο επιβιώσει του πρώτου εικοσαλέπτου. Ρητός στόχος της σκηνοθεσίας του Ρήγου ήταν ν’ αποτυπωθεί η σκληρότητα. Μα τι πιο σκληρό απ’ την ίδια τη μοίρα των γυναικών αυτών;! Ας μην ξεχνούμε ότι κάποτε η σιωπή είναι πολύ πιο σκληρή και απ’ την πιο σπαραχτική κραυγή!


            Οι ηθοποιοί πράττουν τα μέγιστα, κατορθώνοντας σχεδόν το ακατόρθωτο. Σαν κομμάτι χρυσού λάμπει μες στο συρφετό αισθητηριακών ερεθισμάτων, ήχων, εικόνων και προσώπων, η  Μ α ρ ί α  Κ ί τ σ ο υ, ως Ελένη. Με το ύφος, το υποκριτικό ήθος και την ποιότητά της θα μετέτρεπε ακόμη κι ένα σκουπίδι σε ρόλο! Είναι Ηθοποιός! Αληθινή και η Τ ζ ή μ ο υ, ως Μαρίνα.


            Για τα υπόλοιπα, «μουσικά» κλπ, παραπέμπουμε στον τίτλο.


            Βρεθήκαμε στο REX την τρίτη μέρα παραστάσεων: η αίθουσα μισογεμάτη (ή μισοάδεια) και με αποχωρήσεις. Υπάρχει, λοιπόν, ελπίδα! Τόσο για την ποιότητα του κοινού, όσο και για καλύτερες και ουσιαστικότερες σκηνοθεσίες που θα σέβονται, επιτέλους, ηθοποιούς και θεατές!



                                                  

Έλενα Σταγκουράκη,

Αθήνα, 20.01.2013


Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Νέα ευθύνη", τεύχος 16 (Μάρτιος-Απρίλιος 2013)

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου