Δημήτρης Σολδάτος
[Δίστιχα] (καθόλου δύστυχα)
Τα χείλη σου είδε η κερασιά και μάτωσε απ’ την ζήλια
και γίναν τα κεράσια της σαν δαγκωμένα χείλια.
****
Όπως στο Φραγκοκάστελλο τέλη Μαΐου οι Κρήτες,
βλέπω κι εγώ φαντάσματα: δυο χείλη Δροσουλίτες.
****
Βγήκε μια φλούδα φεγγαριού σαν έπεσε το δείλι –
ποιος ξεφλουδίζει το φιλί για να σου φάει τα χείλη;
****
Μες στα ρουμπίνια των χειλιών δόντια μαργαριτάρι,
ποιος το διαμάντι του φιλιού απόψε θα στο πάρει;
****
Χθες τ’ όνειρό μου έδυσε σ’ ενός φιλιού το κύμα,
γι’ αυτό κι ο ήλιος σήμερα πήρε χειλιών το σχήμα;
****
Στο πανηγύρι του χωριού μία φωτιά αναμμένη,
πιο κόκκινα τα χείλη σου – ποιος σ’ έχει φιλημένη;
****
Πίνεις, στην άκρη των χειλιών νεράκι ξεχειλίζει
ή το ανεπίδοτο φιλί δίψασε και δακρύζει;
****
Στην Πομπηία δυο χειλιών είν’ η ζωή μου σκλάβα, θάψ’ την, Βεζούβιε του φιλιού, κάτω από τόνους λάβα.
****
Είναι πολύ φανταστικά τα χείλη που δεν έχω,
κάθε πραγματικότητα για να μπορώ ν’ αντέχω.
****
Έρωτας είναι, δ ε ρωτάς, και πας όπου σε πάει,
γιατί τα χείλη σου φυλάς κι ο πόνος με φιλάει;
(Τα είδαμε στο Παμπάλαιο Νερό και μας άρεσαν... )