Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιάννης Πατίλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιάννης Πατίλης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

7/6/18

Ο Γιάννης Πατίλης και τα κολίμπρια της γραφής*

patilis-giannis-02



της ΕΛΕΝΑΣ ΣΤΑΓΚΟΥΡΑΚΗ

Εσύ κοιμάσαι
Και μένα το φεγγάρι
Με κοροϊδεύει

Γ. ΠΑΤΙΛΗΣ, Εικόνες από μια νέα
 
Συναντώντας κανείς σήμερα τον Γιάννη Πατίλη, αντικρίζει έναν ευγενή, μειλίχιο άνθρωπο, με γλυκό χαμόγελο. Μόνο εκείνοι που θα προσέξουν την απροειδοποίητη αστραπή μες στο βλέμμα του ίσως κατορθώσουν να ψυχανεμιστούν το ακαταλάγιαστο πνεύμα που ανέκαθεν ασφυκτιούσε στη στενότητα της μονάδας, αποζητώντας τη λύτρωση στο πλήθος των ειδών και οδών δημιουργίας.

Είναι το πνεύμα του απερχόμενου καθηγητή δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης και ισόβιου φιλολόγου, του ποιητή και δοκιμιογράφου, του συνεκδότη λογοτεχνικών περιοδικών και του επί τριακονταετίας εκδότη και διευθυντή του Πλανόδιου, του ανθρώπου εκείνου που, όχι μόνο προσαρμόστηκε στα νέα δεδομένα του διαδικτύου, αλλά και το χρησιμοποίησε προκειμένου να πρωτοπορήσει στον τομέα του μικροδιηγήματος στον ελληνικό χώρο. Πάνω και πέρα απ’ όλα όμως, πρόκειται για τον-απαλλαγμένο από τη συνήθη μικρότητα-πνευματικό άνθρωπο που, με τα αισθητήρια όργανά του σε εγρήγορση, απλόχερα παραχωρεί έδαφος σε κάθε νέα και νεαρή δημιουργική φωνή, ώστε, εφόσον το αξίζει –και σε αυτό ο Πατίλης παρέμεινε αμετακίνητος–, να ριζώσει.

Τον Πατίλη είχα την αγαθή τύχη να τον γνωρίσω το 2010, ως νεαρή τότε μεταφράστρια, άρτι αφιχθείσα στην Αθήνα από τη Χαϊδελβέργη, όπου –κατά τρόπο ειρωνικό ή διορθωτικό– με επέστρεψε η ζωή. Εκείνον τον καιρό ο Πατίλης έστηνε μαζί με τη ζωγράφο και ποιήτρια Ηρώ Νικοπούλου το ιστολόγιο Ιστορίες Μπονζάι, ως αποκλειστική πλατφόρμα μικροδιηγήματος και αναζητούσε συνεργάτες που θα ήταν πρόθυμοι να στηρίξουν το εγχείρημα. Σήμερα, η ηλεκτρονική αυτή σελίδα έχει οδηγήσει μέχρι στιγμής σε τέσσερις έντυπες ανθολογίες, παντρεύοντας την παραδοσιακή, έντυπη έκφραση, με την μοντέρνα, διαδικτυακή. Παραμένει δε ανεκτίμητη πλατφόρμα διαλόγου και ανταλλαγής, καθώς ελληνικά μικροδιηγήματα μεταφράζονται σε ξένες γλώσσες κι αντιστρόφως. Αυτό που μου είχε προκαλέσει τότε μεγάλη εντύπωση, ήταν η ευσυνειδησία, η υπευθυνότητα και η ευαισθησία, με τις οποίες ο Πατίλης αντιμετώπιζε το νέο αυτό μέσο, το οποίο –αντιθέτως– δε διακρίνεται για την προσοχή στις λεπτομέρειες. Το γεγονός ότι ήμουν και η ίδια διαχειρίστρια ιστολογίου (κοινώς, μπλόγκερ), βοήθησε να γίνει ένας ουσιαστικός διάλογος που δεν αφορούσε μόνο το τεχνικό κομμάτι, αλλά κυρίως τα θέματα του αναγνωστικού κοινού, των συμμετεχόντων, του είδους της επιδιωκόμενης επικοινωνίας και συνδιάλεξης, των απαιτήσεων του μέσου, ακόμη και της ίδιας της αναγκαιότητας ή μη του εγχειρήματος. Από την πρώτη εκείνη κουβέντα, καλούμενη να απαντήσω σε ερωτήματα, τα οποία δεν με είχαν πολυαπασχολήσει κατά τη δημιουργία του δικού μου ιστολογίου (και ας είχε παραπλήσιο στόχο και συναφές περιεχόμενο), είδα να ορθώνεται μπροστά μου η τεράστια εμπειρία ενός ανθρώπου που σμιλευόταν εδώ και δεκαετίες στο χώρο των εκδόσεων και του οποίου η βαθειά γνώση στο μετερίζι του έντυπου περιοδικού, όχι μόνο δεν τον εμπόδιζε στην ενασχόληση με το νέο αυτό μέσο, αλλά προσέφερε και ό,τι θετικό είχε να προσφέρει.
Τότε, γνώριζα επίσης το Πλανόδιον, αλλά αγνοούσα ότι η πορεία του Πατίλη στον έντυπο περιοδικό τύπο ούτε είχε ξεκινήσει το 1986, με την έναρξη κυκλοφορίας του, ούτε είχε εξαντληθεί σε αυτό. Αντιθέτως, είχε προηγηθεί μια περίοδος εντονότατης αναζήτησης, κατά την οποία ο Πατίλης είχε επιχειρήσει την από κοινού ίδρυση και έκδοση των περιοδικών Το δέντρο, Κριτική και κείμενα και Νήσος. Σήμερα, διαθέτοντας την παρακαταθήκη των 52 τευχών και 12 τόμων του Πλανόδιου από τα 26 χρόνια αδιάλειπτης κυκλοφορίας του ως έντυπου περιοδικού, μπορεί κανείς να κατανοήσει το λόγο που ο ιδρυτής και εκδότης του αποχώρησε από προηγούμενες απόπειρες του είδους. Δεν είναι υπερβολή να ειπωθεί ότι ο Πατίλης δόθηκε στο Πλανόδιον ψυχή τε και σώματι, και μάλιστα με την κυριολεκτική έννοια της φράσης. Είναι από τους λίγους -τους ελάχιστους- του χώρου που, όχι μόνο ασχολήθηκε προσωπικά με την επιλογή και τη διαμόρφωση του περιεχομένου του περιοδικού, αλλά καταγίνηκε με το ίδιο πάθος –ως λάτρης της παραδοσιακής τυπογραφίας και θιασώτης του ιστορικού τονισμού– με την απτή, υλική υπόσταση του εντύπου, από τη μελετημένη χρήση γραμματοσειράς, αρχιγραμμάτων και κοσμημάτων μεταξύ των κειμένων, μέχρι τη σελιδοποίηση και την επιλογή χαρτιού εκτύπωσης. Πρόκειται για μια εξαιρετικά απαιτητική εργασία, για την οποία δεν διαθέτει κανείς εύκολα την υπομονή, την επιμονή, το μεράκι και τη μαστοριά που αποδεδειγμένα κατέθεσε ο Πατίλης στο Πλανόδιον. Και όμως, ο Πατίλης δεν επένδυσε στο περιοδικό αυτό μόνο το «τεχνικό» του know-how, αλλά και το ανθρώπινο.

Πολύ πριν ασχοληθώ με τις μεταποικιοκρατικές σπουδές (postcolonial studies) και τις –όπως έχουν αποδοθεί– «σπουδές των υποδεέστερων» (subaltern studies), με τις οποίες ασχολούμαι σήμερα, έχοντας πλέον αποκτήσει ένα θεωρητικό υπόβαθρο για να μπορώ να το κρίνω, το Πλανόδιον υπήρξε βήμα αξιοζήλευτο – όχι επειδή ήδη στο 16ο τεύχος του ασχολήθηκε με τον Σαΐντ. Στο Πλανόδιον βρήκαν βήμα τόσο άνδρες, όσο και γυναίκες, τόσο καταξιωμένες φωνές της σύγχρονης ελληνικής διανόησης, όσο και αναδυόμενες, τόσο η (νεο)ελληνική σκέψη, όσο και η εκτός των συνόρων (και όχι απαραιτήτως εισαγόμενη). Εδώ ακριβώς είναι που ξεχώριζε το Πλανόδιον: στις σελίδες του υπήρχε πάντα χώρος για εκείνην/ον που κατάφερνε με το λόγο της/του να κερδίσει το ενδιαφέρον του απαιτητικού εκδότη, γεγονός που καθιστούσε την ειλικρίνεια της φωνής το υπ’ αριθμόν ένα κριτήριο επιλογής – όχι το ‘‘όνομα’’ ή τις συστάσεις, όπως ίσχυε αλλού. Αυτό το μάθημα, μέσω του δικού του, συνεπούς παραδείγματος, ο Πατίλης το έδωσε όχι μόνο σε μένα, αλλά σε όλους, όσοι επιλέγουν να το λάβουν υπόψη τους και να το ακολουθήσουν. Θυμάμαι πόσο σημαντικό ήταν και για τον Κωνσταντίνο Πουλή, στις συζητήσεις μας για τη διαμόρφωση του Νέου Πλανόδιου.

Έχοντας γνωρίσει τον Πατίλη ως εκδότη του Πλανόδιου και συνδιαχειριστή στις Ιστορίες Μπονζάι, συνέχισα το μακρύ ταξίδι της γνωριμίας μου με αυτήν την πολυσχιδή προσωπικότητα μέσα από την ποίηση που έγραψε. Με εξέπληξε το πρόσωπο του ποιητή Πατίλη, τόσο του νεότερου, όσο και του ύστερου. Με κέρδισε ευθύς αμέσως η διεισδυτική κριτική ματιά του, η –κάθε άλλο παρά αφ’ υψηλού– ειρωνεία του και ο έντονα σατιρικός, καυστικός του τόνος, τον οποίο ένιωθα να υποβόσκει ακόμη και στα πιο «μετριοπαθή» του ποιήματα. Έβλεπα εκείνη τη ζωηρή σπίθα στο μάτι του δημιουργού, ακόμη και την ώρα που τοποθετούσε στο χαρτί τις απαλότερες των λέξεων. Αυτός είναι και ο λόγος που επιλέχθηκε το συγκεκριμένο χάικου ως μότο του παρόντος κειμένου. Ναι μεν παρουσιάστηκε στο αναγνωστικό κοινό ως κρίκος ενός συνόλου «ερωτικών» χάικου, αλλά μπορεί να διαβαστεί με τρόπο πολύ διαφορετικό και έτσι χρησιμοποιήθηκε εδώ. Ο Πατίλης δεν ξέρει μόνο να σατιρίζει, αλλά και να αυτοσαρκάζεται, ακόμη και όταν είναι ένας από τους λίγους που παραμένουν ξυπνητοί. Χαρακτηριστική ήταν η αντίδρασή του, όταν, σε εκδήλωση του Κύκλου Ποιητών το 2014, του εκμυστηρεύτηκα τον ενδοιασμό μου να απαγγείλω το ποίημά μου «Ίσως να γίνομαι άδικη, δεν το αποκλείω», δίνοντάς του να διαβάσει τον σατιρικό μου λίβελο εναντίον των ποιητών με τον εξιλεωτικό τίτλο. «Αυτό έπρεπε να διαβάσεις!» αναφώνησε, αλλά –καλώς ή κακώς– ήταν πλέον αργά.
Μία ακόμη έκπληξη, ανάμεικτη με μπόλικο θαυμασμό, ήταν εκείνη που ένιωσα μαθαίνοντας για την άρνηση του Πατίλη το 2012 να δεχτεί το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας ως «τιμητική διάκριση για τη συμβολή του στη νεοελληνική λογοτεχνία». Συνεπής –και πάλι– στα πιστεύω του, είχε δηλώσει:

Είναι γνωστή από πολλά χρόνια τώρα η θέση μου για τα λογοτεχνικά βραβεία και τις σχετικές τιμητικές διακρίσεις. Για λόγους θεωρητικούς, παιδαγωγικούς και σε πολλές περιπτώσεις ηθικούς, είμαι αντίθετος με κάθε βραβείο που απονέμεται σε μη μετρήσιμες αντικειμενικώς αξίες, όπως είναι οι καλλιτεχνικές. Το καλλιτεχνικό έργο (και ως τέτοιο θεωρώ διασταλτικά και την εργασία μου στο Πλανόδιον) μπορεί να το κρίνει μόνο το πρόσωπο και όχι ο θεσμός, γιατί μόνο το πρόσωπο μπορεί να επικοινωνήσει με το έργο. Συνεπώς δεν μπορώ να αποδεχτώ την παραπάνω «τιμητική διάκριση» του Υπουργείου.

Κατόπιν όλων αυτών, θα κατανοεί ίσως ο αναγνώστης του παρόντος κειμένου –και ο ίδιος ο Πατίλης που το είχε απορία– γιατί τον συσχετίζω με τον άλλο σπάνιο του είδους, τον Δημήτρη Αρμάο, όταν μιλώ για «πνευματικούς πατέρες». Τον Αρμάο τον έχασα –τον χάσαμε όλοι– πρόωρα, πριν προλάβω να μάθω όσα θα ήθελα από την αστείρευτη γνώση, εμπειρία και ανθρωπιά του – όχι ότι η γνώση έχει τέλος ή ότι αρκεί μια ζωή. Από τον Πατίλη έμαθα όσα ενδεικτικά κατέθεσα εδώ, με αυτά τα «κολίμπρια της Γραφής»*, και πολλά άλλα﮲ όμως, συγκριτικά με όσα έχει προσφέρει, δεν έχω μάθει ακόμη τίποτε.
ΕΛΕΝΑ ΣΤΑΓΚΟΥΡΑΚΗ


* Η φράση από το ποίημα του Πατίλη «Calibri. Ωδή σε μια γραμματοσειρά» (Αποδρομή του αλκοόλ, Ύψιλον 2012).
 
 

19/6/15

Σαν χάι-κου...



























Γιάννης Πατίλης


Ώς κι ο αέρας
Το κορμί σου φυσώντας
Σπούδασε γλύπτης

***

Μόνο ο καθρέφτης
Να σε βλέπει αντέχει
Δίχως να σπάει

***

Μπουκιές σκοτάδι
Στο στόμα μου χώνω τα
Μαύρα μαλλιά σου

***

Έχεις αργήσει
Απ’ το ματάκι κοιτώ
Κι όλα μου φταίνε

***

Πώς ζουν τα παιδιά
Οι θυρωροί οι γιατροί
Που δεν σε ξέρουν

***

Εσύ κοιμάσαι
Και μένα το φεγγάρι
Με κοροϊδεύει

11/10/14

"Σύρτις" από το Πλανόδιον...




Μιὰ Νέα Σειρὰ καλαίσθητων βιβλίων
ἀπὸ τὶς ἐκδόσεις
 
ΠΛΑΝΟΔΙΟΝ


Οἱ δυὸ ὑπεύθυνοι τῆς σειρᾶς Ἀ.Κ. Χριστοδούλου καὶ Γιάννης Πατίλης σχεδίασαν μιὰ νέα σειρὰ λογοτεχνικῶν βιβλίων μὲ στόχο τὸ ξαναζωντάνεμα τοῦ βιβλίου σὰν ἔργου τέχνης, σὲ μιὰ ἐξαιρετικὰ ἀντίξοη ἐποχὴ ποὺ δὲν προσφέρεται καθόλου σὲ χίμαιρες. Ὡστόσο παρὰ τὸ ἀντίδικο πνεῦμα τῶν καιρῶν, ἡ σειρὰ τύπωσε ἑπτὰ βιβλία, ἀκολουθώντας τὴ χιλιόχρονη παράδοση τῆς μικρογράμματης ἑλληνικῆς πολυτονικῆς ὀρθογραφίας, μὲ ὡραῖα τυπογραφικὰ στοιχεῖα τῆς παλιᾶς μονοτυπίας, εἰδικὰ σχεδιασμένα γιὰ αὐτὴν τὴ σειρά, ἀξιοποιώντας τὶς θαυμαστὲς δυνατότητες τῆς ἠλεκτρονικῆς σελιδοποίησης καὶ τὶς ἐκπληκτικὲς ἀποδόσεις τῆς ψηφιακῆς ἐκτύπωσης. Τὸ ἀποτέλεσμα ὑπῆρξε διπλὰ εὐχάριστο γιὰ τοὺς ὑπεύθυνους τῆς σειρᾶς, γιατὶ καὶ τὰ ἑπτὰ βιβλία, ποὺ παρουσιάζονται λεπτομερειακὰ στὸν συνημμένο (σὲ μορφὴ pdf) κατάλογο, φέρουν ἔκδηλα τὰ χαρακτηριστικὰ βιβλίων/ἔργων τέχνης (μὲ κοσμήματα, προμετωπίδες, ἀρχιγράμματα κλπ. καὶ μὲ σελιδοποίηση τῆς κάθε ἀράδας καμωμένη στὸ χέρι), καὶ ἐπίσης γιατὶ εἶναι σὲ ὅλους προσιτὰ λόγῳ τῶν ἐξαιρετικὰ χαμηλῶν τιμῶν τους, ὅπως μπορεῖ νὰ διαπιστώσει ὁ ἐνδιαφερόμενος ἀναγνώστης ἀπὸ τὶς τιμὲς ποὺ ἀναφέρονται στὸν κατάλογο. Περισσότερες λεπτομέρειες γιὰ τὴν πολιτικὴ καὶ τὴ φιλοσοφία τῆς Σύρτεως, μπορεῖ νὰ βρεῖ ὁ ἀναγνώστης φυλλομετρώντας ἠλεκτρονικὰ τὸν κατάλογό της [συνημμένο ἐδῶ ἢ ἀπὸ τὸ ἱστολόγιο Ἱστορίες Μπονζάι], ποὺ ἔχει στηθεῖ κι αὐτὸς μέσα στὸ ἴδιο καλλιτεχνικὸ πνεῦμα της.
 

Ο κατάλογος εδώ.


25/8/14

Πλανόδιον: από το χθες στο σήμερα...



ΤΟΝ ΙΟΥΛΙΟ τοῦ 2012 τὸ πε­ρι­ο­δι­κὸ Πλα­νό­διον ὕ­στε­ρα ἀ­πὸ 26 χρό­νια καὶ 52 τεύ­χη στα­μά­τη­σε τὴν ἔκ­δο­σή του. Τὸ σκε­πτι­κὸ τοῦ στα­μα­τή­μα­τος τῆς ἔκ­δο­σης καὶ κά­ποι­ες ἄλ­λες σκέ­ψεις τοῦ ἐκ­δό­τη του μπο­ρεῖ ὁ ἀ­να­γνώ­στης τῶν γραμ­μῶν αὐ­τῶν νὰ δεῖ τό­σο στὴν ἀποχαιρετιστήριο εὐχαριστήρια ἐπιστολὴ τοῦ πε­ρι­ο­δι­κοῦ πρὸς τοὺς συν­δρο­μη­τές του, ὅ­σο καὶ στὴν συνέντευξή του πρὸς τὴν Ὄλ­γα Σελ­λᾶ στὴν Κυ­ρι­α­κά­τι­κη Κα­θη­με­ρι­νὴ τῆς 29ης Σε­πτεμ­βρί­ου 2013. Ἦ­ταν μιὰ ὥ­ρι­μη κί­νη­ση ποὺ ἀ­πο­δέ­σμευ­σε χρό­νο γιὰ ἄλ­λες πιὸ προ­σω­πι­κὲς δη­μι­ουρ­γι­κὲς δρα­στη­ρι­ό­τη­τες τοῦ δι­ευ­θυ­ντῆ του, καὶ ταυ­τό­χρο­να —μο­λο­νό­τι κά­τι τέ­τοι­ο δὲν εἶ­χε προ­σχε­δια­στεῖ— ἔ­δω­σε τὴν εὐ­και­ρί­α σὲ μιὰ ὁ­μά­δα νε­ώ­τε­ρων τα­κτι­κῶν συ­νερ­γα­τῶν του νὰ τὸ «ἀ­να­βι­ώ­σουν» μὲ νέ­ο τί­τλο ποὺ ὡς συ­νέ­χεια πα­ρα­πέμ­πει στὸν κό­σμο τῶν ἀ­ξι­ῶν τοῦ πα­λιοῦ.
       Ἔ­τσι τὸ Νέ­ο Πλα­νό­διον μὲ ἐκ­δό­τη καὶ δι­ευ­θυν­τὴ τὸν Κώ­στα Κου­τσου­ρέ­λη καὶ συν­τα­κτι­κὴ ὁ­μά­δα τοὺς Γι­ῶρ­γο Βαρ­θα­λί­τη, Κων­σταν­τῖ­νο Που­λῆ, Ἕ­λε­να Σταγ­κου­ρά­κη καὶ Λε­ω­νί­δα Στα­μα­τε­λό­που­λο ἔ­κα­νε μέ­σα στὸν χρό­νο ποὺ δι­α­νύ­ου­με τὰ δύ­ο πρῶ­τα του βή­μα­τα. Μὲ τὰ δύ­ο μέ­χρι στιγ­μῆς τεύ­χη του τὸ Νέ­ο Πλα­νό­διον προ­ε­κτεί­νει ἐν­δυ­να­μώ­νον­τας τὶς κα­λύ­τε­ρες πλευ­ρὲς τοῦ πα­λιοῦ. Τὸ σο­βα­ρὸ δο­κί­μιο, τὸν προ­σω­πι­κὸ ἀ­νε­ξάρ­τη­το στο­χα­σμό, τὴν ἀ­δέ­σμευ­τη ἀ­πὸ τὰ συμ­βα­τι­κὰ ἤ­θη κρι­τι­κή, τὴν φι­λό­δο­ξη με­τά­φρα­ση. Οἱ πα­λαι­οὶ φί­λοι του ποὺ στὴν αἰ­σθη­τι­κὴ τοῦ ἐ­ξω­φύλ­λου καὶ τὴν ἀπόχρωση τοῦ χαρ­τιοῦ, ὅ­πως καὶ στὸν λι­τό­τα­το ἐ­σω­τε­ρι­κὸ εἰ­κα­στι­κὸ δι­ά­κο­σμο, βλέ­πουν μιὰ αἰ­σθη­τι­κὴ ὀ­πι­σθο­χώ­ρη­ση τοῦ ἐν­τύ­που, θὰ ἄ­ξι­ζε νὰ πᾶ­νε πο­λὺ πί­σω στὸν χρό­νο καὶ νὰ δοῦ­νε τὴν αἰ­σθη­τι­κὴ τῶν πρώ­των τευ­χῶν τοῦ Πλα­νό­διου καὶ τοῦ συ­να­φοῦς ἔν τι­νι μέ­τρῳ πρὸς αὐ­τὸ πε­ρι­ο­δι­κοῦ Κρι­τι­κὴ καὶ Κεί­με­να, ποὺ προ­η­γή­θη­κε, γιὰ νὰ δι­α­πι­στώ­σουν ὅ­τι ἡ ση­μει­ο­λο­γί­α τῆς ἀ­να­δί­πλω­σης αὐ­τῆς εἶ­ναι μιὰ ἐ­ξει­κό­νι­ση τῆς ἐ­πί­τα­σης στὴν ἐ­πι­δί­ω­ξη τοῦ οὐ­σι­ώ­δους στὸν κό­σμο τῶν γραμ­μά­των.
       Ὁ ἀ­να­γνώ­στης ποὺ πέ­ρα ἀ­πὸ τὸ ἐ­ξώ­φυλ­λο γνώ­ρι­σε κα­λὰ τὴ δο­μὴ τῆς ὕ­λης τοῦ πα­λαι­οῦ Πλα­νό­διου θὰ δι­α­πι­στώ­σει ὅ­τι ὁ νέ­ος συ­νε­χι­στής του ἀ­κο­λου­θεῖ ἁ­δρο­με­ρῶς τὴν ἐ­σω­τε­ρι­κὴ συγ­κρό­τη­σή της, ἐ­ξα­σφα­λί­ζον­τας τὸ αἴ­σθη­μα τῆς συ­νέ­χειάς του ὡς ἐν­τύ­που σὲ βα­θύ­τε­ρο ἐ­πί­πε­δο, ἐ­νῶ ὁ νέ­ος ὑ­πό­τι­τλός του Ἰ­δέ­ες. Κρι­τι­κή. Λο­γο­τε­χνί­α. δί­νει μὲ τὴν σω­στὴ σει­ρὰ σπου­δαι­ό­τη­τας τὸ ζη­τού­με­νο ἑ­νὸς σύγ­χρο­νου πε­ρι­ο­δι­κοῦ λό­γου ποὺ θέ­λει νὰ εἶ­ναι πράγ­μα­τι δι­α­φο­ρε­τι­κό.
       Ἡ αἰ­σθη­τό­τε­ρη δι­α­φο­ρὰ πρὸς τὸ πα­λιὸ εἶ­ναι ἡ ση­μαν­τι­κὴ —ἕ­ως τώ­ρα, του­λά­χι­στον— μεί­ω­ση τῆς πρω­τό­τυ­πης ἑλ­λη­νι­κῆς λο­γο­τε­χνι­κῆς ὕ­λης. Θυ­μᾶ­μαι τὸν Νί­κο Φω­κᾶ ποὺ μοῦ ἔ­λε­γε —σί­γου­ρα μὲ δό­ση ὑ­περ­βο­λῆς—πὼς ἡ πραγ­μα­τι­κὰ κα­λὴ ποί­η­ση μιᾶς χρο­νιᾶς ἀ­πὸ αὐ­τὴ ποὺ δη­μο­σι­εύ­ε­ται στὰ πε­ρι­ο­δι­κὰ (ἢ μή­πως ἐν­νο­οῦ­σε μό­νον στὸ Πλα­νό­διον;…) δὲν θὰ ξε­περ­νοῦ­σε τίς… ἑ­φτὰ σε­λί­δες! Ἀ­να­λό­γως ἐ­πι­φυ­λα­κ­τι­κὴ γιὰ τὶς λο­γο­τε­χνι­κές ἐ­πι­λο­γές τοῦ πε­ρι­ο­δι­κοῦ ἦ­ταν ἡ γνώ­μη τοῦ Γιά­ννη Βαρ­βέ­ρη – καὶ τὸ μό­νο ποὺ μὲ πα­ρη­γο­ροῦ­σε ὡς ἐκ­δό­τη, πέ­ρα ἀ­πὸ τὸ προ­σω­πι­κό μου αἴ­σθη­μα βε­βαι­ό­τη­τος γιὰ κά­ποι­ες ἐ­πι­λο­γές μου, ἦ­ταν ἡ σὲ με­γά­λο πο­σο­στὸ ἀ­δυ­να­μί­α τῶν φί­λων τῆς συν­τε­χνί­ας νὰ συμ­πέ­σουν στὰ κα­λά, τὰ μέ­τρια καὶ τὰ κα­κὰ κά­θε τεύ­χους!… Ἀλ­λὰ ἀ­κό­μη καὶ ἄ­ρι­στα νὰ ἦ­ταν τὰ πρω­τό­τυ­πα ἕλ­λη­νι­κὰ ποι­ή­μα­τα καὶ δι­η­γή­μα­τα, δὲν θὰ ἔ­παυ­αν νὰ ἀ­πο­τε­λοῦν τὸ πιὸ ἐ­ναλ­λά­ξι­μο καὶ δυ­νη­τι­κὰ ἀ­πο­κλί­νον ὡς πρὸς τὴν ταυ­τό­τη­τα τοῦ ἐν­τύ­που κομ­μά­τι τῆς ὕ­λης, ἀ­φοῦ εἶ­ναι τοῖς πᾶ­σι γνω­στὸ ὅ­τι τὴν συν­τρι­πτι­κὴ πλει­ο­ψη­φί­α τῶν λο­γο­τε­χνι­κῶν ὑ­πο­γρα­φῶν μοι­ρά­ζε­ται ἐ­ναλ­λὰξ τὸ σύ­νο­λο σχε­δὸν τῶν λο­γο­τε­χνι­κῶν ἐν­τύ­πων τοῦ «χώ­ρου».
       Τὸ ἔρ­γο ποὺ ἔ­χει ἀ­να­λά­βει ὁ νέ­ος ἐκ­δό­της καὶ οἱ ἄ­με­σοι συ­νερ­γά­τες του δὲν εἶ­ναι δι­ό­λου εὔ­κο­λο, ὄ­χι μό­νο δι­ό­τι προ­σέρ­χον­ται νὰ ὑ­πη­ρε­τή­σουν στὰ γράμ­μα­τα μιὰ ὑ­πό­θε­ση πού, ἐ­νῶ ἀ­παι­τεῖ ὑ­ψη­λὴ ὑ­πευ­θυ­νό­τη­τα καὶ πνευ­μα­τι­κὸ μό­χθο, δυ­σκο­λεύ­ει τὶς συμ­βα­τι­κὲς ἀν­θρώ­πι­νες σχέ­σεις (ἂν καὶ εἶ­ναι κυ­ρί­ως ἡ στά­ση αὐ­τὴ ποὺ δη­μι­ουρ­γεῖ τὸ λο­γο­τε­χνι­κὸ πρό­σω­πο ἀν­τὶ τοῦ «ἀ­να­γνω­ρί­σι­μου» προ­φίλ ποὺ ἀ­γω­νι­ω­δῶς ἐ­πι­ζη­τoῦν σχε­δὸν οἱ πάν­τες), ἀλ­λὰ καὶ δι­ό­τι —πρὸς ἔ­παι­νόν τους— δὲν ἐ­ξαρ­τοῦν οἰ­κο­νο­μι­κὰ τὴν ἔκ­δο­σή τους πα­ρὰ μό­νον ἀ­πὸ τὶς προ­σω­πι­κές τους δυ­νά­μεις καὶ ἀ­πὸ ὅ­σους φι­λα­να­γνῶ­στες συμ­πα­ρί­σταν­ται —καὶ μέ­λει νὰ συμ­πα­ρα­στα­θοῦν— ὡς ἀγοραστὲς καὶ συν­δρο­μη­τές, κά­τι ποὺ πάν­τα συ­νέ­βαι­νε καὶ μὲ τὸ πα­λαι­ὸ Πλα­νό­διον.

***

       Ἐ­ὰν μὲ τὸ πρῶ­το του τεῦ­χος τὸ Νέ­ο Πλα­νό­διον ἔ­δω­σε ἕ­να κα­λὸ δεῖγ­μα τῶν προ­θέ­σε­ων καὶ τῶν δυ­να­το­τή­των του, μὲ τὸ δεύ­τε­ρο κα­τέ­θε­σε στὰ γράμ­μα­τά μας ἕ­να στι­βα­ρὸ τεκ­μή­ριο τῶν ἱ­κα­νο­τή­των του – ποὺ μοι­ραῖ­α θὰ «δι­κά­ζει» καὶ τὰ ἀ­μέ­σως ἑ­πό­με­να βή­μα­τά του… Φυ­σι­κὰ καὶ γιὰ τὰ ἀ­ξι­ο­λο­γό­τε­ρα πε­ρι­ο­δι­κὰ τοῦ εἴ­δους ὑ­πάρ­χουν τὰ κα­λύ­τε­ρα καὶ τὰ λι­γό­τε­ρο κα­λὰ τεύ­χη. Μό­νον ἔ­τσι κα­τα­φέρ­νεις νὰ συ­νε­χί­ζεις…
       Ἐ­μεῖς τοῦ εὐ­χό­μα­στε νὰ ἔ­χει κά­θε φο­ρὰ ἔ­στω καὶ λί­γα ἀλ­λὰ πράγ­μα­τι οὐ­σι­α­στι­κὰ καὶ ση­μαν­τι­κὰ νὰ μᾶς πεῖ!

 Γιάννης Πατίλης
 17 Αὐγούστου 2014


Περισσότερα στο σύνδεσμο: http://bonsaistoriesflashfiction.wordpress.com/planodion-trechonteychos/
 

17/4/13

Το μπάσταρδο του Μακρυγιάννη...

















Γιάννης Πατίλης

Τίτλοι τέλους


                             (με τον τρόπο του Σ. Π.)

Τίτλος: Ελλάς
Παραγωγή: Ιστορία
Σενάριο: Ζαμπέλιος Κοραής
Παπαρρηγόπουλος Κορδάτος
Σκηνοθεσία (πολλοί):
Τρικούπης Καποδίστριας
Ελ Βενιζέλος Παπανδρέου & υιοί
Παίζουν: Καραϊσκάκης Σολωμός
Θανάσης Διάκος
Ζαχαριάδης Άρης Καρυωτάκης
Μελίνα Μπουμπουλίνα
Βουγιουκλάκη
Κουστούμια:
ψαλιδόκωλα από Μόναχο-Παρίσι
και
Φωτισμοί: Ασπρόμαυροι από Δύση
Κομπάρσοι:
Εμείς
το μπάσταρδο του Μακρυγιάννη
Κι έξω βροχή μοντέρνα κρύο
και κίνηση ευρωπαϊκή πολλή
κι όλα σαν όνειρο
σ' ονείρου προβολή
που μόλις άρχισαν 
να πέφτουνε οι τίτλοι τέλους
κι έχουμε όλοι σηκωθεί
με τα παλτά στα χέρια
καθώς ανάβουνε σιγά-σιγά
στην αίθουσα τα φώτα
την έξοδο καθυστερώντας
λίγο ακόμη σκεπτικοί
για τελευταία φορά
πριν φύγουμε
να θυμηθούμε
του έργου
τους συντελεστές


Από την πιο πρόσφατη συλλογή, "Αποδρομή του αλκοόλ".

29/4/11

Ενός λεπτού μια Τροία...

 


Γιάννης Πατίλης

Ένα πακέτο τσιγάρα

Ανάβω
σπίρτο και τ’ αφήνω να καεί
Πώς με ζεσταίνει μια μνήμη πυρκαγιάς
Μια Τροία κάηκε στο ξυλαράκι
Κι εγώ κάθομαι ήσυχος εδώ
και τραγωδώ μες στο σκοτάδι
Με παίρνει είναι αλήθεια
αλλά την φλόγα δεν έχω αφήσει ακόμη να χαθεί
Την ένωσα με της ανάσας
το δυνάμωμα στην κάφτρα
σ’ αυτό το πρώτο επιτύμβιο τσιγάρο της ημέρας
Εγώ-μαϊμού ν’ αφηγηθεί
ώρα νυχτός σε μέσα ησυχία
έπος ασήμαντο ασήμαντης στιγμής
πώς κάηκε ενός λεπτού μια Τροία
Θεωρητής αινίγματος κι εγώ
στα κεντρικά της παγκοσμιοποίησης γραφεία
πακίνι της γραφής
με του παράλυτου το χέρι
δίχως τη Φωνή της
κουφός δίχως το θαύμα της Φωνής της
τ’ αποτροπαϊκό Τραγούδι της 
που όλα τα καίει και τα σιγάζει ένα γύρω
και αφήνει
τα σήματά της τα διπλά για όσους
διαβάζουν της θυσίας
τον καπνό

31/7/10

Φωτογραφία του τέλους



Γιάννης Πατίλης

Φωτογραφία του τέλους

Εδώ φωτογραφία είναι του τέλους
η θάλασσα γαληνεμένη ο ήλιος δύει 
χρυσίζουν τα νερά λόφοι χαριτωμένοι
κι αυτός ας πούμε εσύ να τα μαζεύεις
τα σύνεργα της γραφικότητας και πάλι
στο δρόμο πίσω σπίτι φιλαράκια
ουζάκια στην αυλή ψάρια στη θράκα
του δειλινού τραβώντας την αυλαία
παρατυχών Τραπεζικός και Ποιητής

Πλην της σκιάς σου αυτής που πάει
στα σίγουρα με το κεφάλι προς τα κάτω
σαν κάτι εκεί να ξέχασε να πάρει 
ή κάποιος να της νεύει απ' το σκοτάδι
από αυτούς που δεν σηκώνουνε κουβέντα
μια προσημείωση κρυφή για τα ως άνω
και να μη μένει αφωτογράφιστο και τ' Άλλο
κάτι η Μαύρη Θάλασσα των Στεναγμών
και προπαντός ο Εύξεινος Πόνος.


21/6/10

Κομμάτι φως καλοκαιριού

 

Γιάννης Πατίλης

Διοξείδιο του πυριτίου 

Περίφημο πυρέξ δεν τό ’ξερα
πως σ’ έφτιαξαν από την άμμο της θαλάσσης.
Όλο το καλοκαίρι κυλιόμουνα στη φλόγα σου
με τη φωτιά σου ζέσταινα το κορμί μου.
Και τώρα που μπουμπουνίζει για καλά
κι αστράφτει στο σκοτάδι της κουζίνας
είσαι εσύ ένα κομμάτι φως καλοκαιριού,
που μου ζεσταίνεις το φαΐ.