Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιάννης Βαρβέρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Γιάννης Βαρβέρης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

5/10/13

Σαν τη βροχή...

 













Γιάννης Βαρβέρης

Οι γέροι

Κι επειδή κάποτε
ξαπλώσαμε αγκαλιά
κι ήταν αυτός ένας ύπνος ανήσυχος
όπου οι ανάσες μας παίρναν η μια
την άχνα της άλλης
·
κι επειδή έπινα την πνοή σου
κι έφτιαχνα δικιά μου καινούργια πνοή
να σου τη στείλω
·
κι επειδή καίγαν οι ανάσες μας έτσι
για χρόνια
πάνω στα πρόσωπά μας ασταμάτητα
γίναμε ο ένας για τον άλλον
σαν τη βροχή
που όσο κι αν τη διώχνουν οι καθαριστήρες
όλο πέφτει
στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου
κι όλο πέφτει
και σε τυφλώνει
και δε σ'αφήνει να δεις.

12/7/11

Της στιγμής εκείνης το επιφώνημα...

 



Γιάννης Βαρβέρης

Επιφώνημα

Μου χάρισες μια ζωή                                  
και γλώσσα μία.                                         
Μόνος μου δόθηκα μετά                             
σε γλώσσες ξένες                                       
άλλων, εξωτικών ανθρώπων.                     
Σπούδασα ως και τα πιο ακραία                  
επιφωνήματά τους                                       
ώστε ν' αναγνωρίζω την βαθύτερη
οδύνη τους.

Εφόσον όμως ζεις
κανένας
ούτε κι η φαντασία
μπορεί να πει
στα ελληνικά ποιο θα 'ναι
της στιγμής εκείνης
το επιφώνημά μου.


**********************


Αντίδωρο

Μπορεί 
ήδη από έφηβος 
να μη σε ακολουθώ στις εκκλησίες
να μη νηστεύω
να μην κοινωνώ∙
όμως όταν γυρίζεις κάθε Κυριακή
από της θείας λειτουργίας
την ζηλευτή ηρεμία
πάντοτε παίρνω από τα χέρια σου
το λευκό αντίδωρο-
είδος αρχαίου μαστού γαλακτοφόρου
που έχει από τόσα χρόνια κοιμηθεί.


Πρώτη δημοσίευση: post mortem, στο περιοδικό "Πλανόδιον", τεύχος 50ο.

2/6/11

Κι αυτός που δεν είν΄ από μέταλλο σκουριάζει...

 


Γιάννης Βαρβέρης


CORTINA 1964

Απάντηση δεσποινίδας στο αίσθημά μου

Κύριε∙ απ’ τον πατέρα σας στα χέρια τα δικά σας
βέβαια και το αίσθημά σας το ’χα νιώσει:
στη μηχανή μου στην καρότσα και στο βλέμμα σας.
Πώς αλλιώς άραγε μια Φορντ Κορτίνα 1964
θα ζούσε μέχρι σήμερα;
Γι’ αυτό και πέρα απ’ οποιαδήποτε τεχνολογία
μαρσάροντας τα κυβικά που μου απομένουν
μιλάω απόψε στο αίσθημά σας απαντώντας.

Οι γερασμένες σταρ έχουμε λόγο, κύριε∙
είμαστε μέταλλα γερά
τον άνθρωπό μας τον πονάμε.
Όσο λοιπόν με θέλετε κι όσο με ξεναγείτε
στις λεωφόρους της ζωής σας και στα πάρκινγκ
μαζί θα τα σνομπάρουμε τα νέα φιντάνια
ακόμα και της Φορντ -ιδίως της Φόρντ.
Και μη φοβάστε: δε θα χρειαστεί
να μ’ οδηγήσετε σε μάντρα
ούτε να με βουλιάξετε απαλά σε λιμανάκι.
Για μένα ρεκτιφιέ ήτανε τα νιάτα σας
κι η αγάπη σας πισσάρισμα ν’ αντέξω.

Αν κάτι με μελαγχολεί είστε σεις.
Είμαι γυναίκα, ξέρω:
τόσες φροντίδες για γυναίκα φθείρουν με το χρόνο
κι αυτός που δεν είν’ από μέταλλο σκουριάζει.
Άρα, το λέω, δε θ’ άντεχα ποτέ το χωρισμό μας∙
δε θ’ άντεχα μια μαύρη ξένη, μια άλλη
με πληρωμένο κλάμα να οδηγήσει το κορμί σας
εκεί που μόνη μου δε θα ’ξερα να φτάσω.
Υποσχεθείτε μου λοιπόν: Σαν έρθει η ώρα
κάνε κουράγιο αγαπημένε, βαλ’ τα δυνατά σου
κι έλα και ξάπλωσε στο μπροστινό μου κάθισμα∙
μια γερασμένη σταρ ξέρει από φλόγα
για πρώτη μας φορά και τελευταία
θ’ αγκαλιαστούμε ολόκληροι
στην έκρηξή μου
κι έτσι καπνοί αξεχώριστοι ανεβαίνοντας
σαν σ’ εκδρομή στον καθαρότατον αέρα
όπως παλιά και πάλι θα συναντηθούμε
εσύ εγώ
ο πατέρας κι η μητέρα.

31/5/11

Θανάσιμος υπαινιγμός...

 


Γιάννης Βαρβέρης


CORTINA 1964

Ωδή σε auto-κτόνο δεσποινίδα

Δεσποινίς∙
παρά τα τοσα χρόνια που είμαστε μαζί
δεν αποκάλυψα ποτέ τα αισθήματά μου.
Παιδούλα ακόμα σας πρωτόφερε ο πατέρας
και μ’ όλους μας αμέσως γίνατ’ ένα.
Μαζί ταξίδια κι εκδρομές βροχές και καύσωνες
ώσπου ότνα έφυγε σας άφησε σ’ εμένα
μια demoiselle de compagnie παρωχημένη
ένα κειμήλιο μνήμες ασορτί στη νιότη μου.
Φαντάζομαι πως ίσως θ αθυμόσαστε
- εικοσιδύο τώρα ετών μα στο είδος σας
εικοσιδύο επί τρία εξήντα έξι - 
πόσους μικροβιολογικούς ελέγχους και κατάγματα
ή και μεταμοσχεύσεις έζησα κοντά σας.
Στη μνήμη του πατέρα, θα μου πείτε.
Κι οι αισθητικές σας επεμβάσεις, τα αξεσουάρ;
Τι ήταν αυτά; Μήπως δεν ήταν 
μια απέραντη στοργή μόνο για σάς
η καθημερινή αγωνία μου να υπάρχετε
όπως τα πρώτα χρόνια;
Δεν είμαστε κι οι δυό θανάσιμος υπαινιγμός
για τους νεόπλουτους με τα εκθαμβωτικά νυμφίδια
που σας σνόμπαραν στους δρόμους
υπαινιγμός
πως τότε που αυτοί παίζανε με πλαστικά τουτού
εγώ κι εσείς ήδη σας είχα πια αγαπήσει;

Δε θα σας τα ’λεγα ποτέ όλ’ αυτά
κι όπως ταιριάζει ανομολόγητο, παλιό
θα ’χα κρατήσει το αίσθημά μου
αν οι σφυγμοί σας έντονα
δε μ’ είχανε τις προάλλες θορυβήσει.
Δε σας το κρύβω∙ ο καρδιολόγος χθες με απέλπισε:
"Πιστόνια τέρμα και το λάδι καθισμένο.
Για τρίτο ρεκτιφιέ ρε γιάννη δε μας παίρνει.
Και μηχανή μοντέλο ’64, τι ψάχνεις;"

Δεσποινίς Φόρντ Κορτίνα κίτρινη
το γένος Κόνσουλ
φεύγουμε απόψε οριστικά προτού βραδιάσει.
Κάνει κουράγιο αγαπημένη, βαλ’ τα δυνατά σου
τριάντα χιλιόμετρα η αγάπη μας τ’ αξίζει
όχι για σίδερα όχι, όχι σε μάντρα
το ξέρω μόνο εγώ το λιμανάκι
είναι το μονοπάτι του μια κατωφέρεια ράθυμη
κι έτσι νωχελικά σαν έκπτωτη θα εγκαταλείψεις
γαι μας θα μοιάζει σαν να παίρνει μόλις τώρα
το μέρος τούτο τη γνωστή του ονομασία
όλα τα ’χω σκεφτεί και βέβαια εσένα:
θα ’ρχομαι να σε βλέπω
βουλιαγμένη.


28/5/11

Στου χιονιού τα χιλιόμετρα...

 


Γιάννης Βαρβέρης

Η Σαλώμη στα νύχια του Δράκουλα

Πλατεία του Αίματος.
Σε τοστάδικο κίτρινο
δίχως μπέρτα και μ' άσπαστο πρόσωπο
σε καμάκωσα. Τώρα τρώμε∙  
εγώ το λαιμό σου με τα μάτια σαν έλκηθρα
στου χιονιού τα χιλιόμετρα.
Είμαι ωραίος. Το ξέρω. Και παίζεις:
δυο μικρά ρολογάκια τα στήθια σου
να χτυπούν τακ τις στάλες του ιδρώτα μου
αργά∙ πουκάμισα ενός κόσμου που μίσησα
όλο λίμνες και δίνες και ρεύματα
σπάζουν πάνω στα βράχια του μπλου-τζήν.
Να βουτήξω τα νύχια στις φλέβες του 
και να γδάρω
της αλαζόνος Τρανσυλβανίας το χάρτη
στα αιμοφόρα σου.
Αλλά τι να σου λέω για προγόνους
εργαστήρια χειρόγραφα πύργους
που δαγκώνεις το τοστ σαν κορμί
κι η λιωμένη γραβιέρα του στάζοντας όλα
τα υπόσχεται.
Μα έχω γίνει σαν τσίχλα που ξέχασες 
κολλημένη στο αυτί σου με πας
πού με πας δεν ακούς ξεριζώνονται
κάτι σπλάχνα καθώς
σπάει το χάραμα
σαν το πρώτο το αχ κλειδαρότρυπας
όπου ανοίγεις κι ο Μέγας Καρπάθιος
προσφυγιά γκαρσονιέρας
στην καρδούλα μου αιώνων ταφόπλακα
ακουμπάω καντηλάκια 
τα δυο σου πάλλευκα μάρμαρα τα μαλακά.

Με τρυπάει απ' τις γρίλιες
γιαταγάνι φωτός
προσκυνώντας σου τώρα
το χρυσό 
σταυρουδάκι.


26/5/11



Έφυγε ο ποιητής, ο αμερόληπτος κριτικός θεάτρου

που μας έδινε το παράδειγμα... 

Καλό ταξίδι!