29/1/15

Χουάν Ραμόν Χιμένεθ προς Ιδέα Βιλαρίνιο...



Επιστολή του Χουάν Ραμόν Χιμένεθ στην Ιδέα Βιλαρίνιο:

Θα ήθελα να σας δω τώρα, να μπορούσα ακόμη να σας βλέπω, αγαπητή Ιδέα, μελαγχολική, με φρέσκο βλέμμα, αργό, ώστε αληθινά να μπορούσα ν’ ασπαστώ την καρδιά σας (όπως μπορεί πάντοτε ο χειμώνας να ασπάζεται την άνοιξη).
Σας φέρνω στο μυαλό μου κάθε μέρα. Ρώτησα τον Κλαπς για τα νέα του, πράγμα παραπλήσιο με το να ρωτάω για εσάς, και σας αποζητώ, σας αποζητώ Ιδέα Βιλαρίνιο, κόρη του πατέρα που υπερηφανεύεστε.
Γιατί με υπερασπίζεστε; Μην ανησυχείτε, όπως δεν ανησυχώ κι εγώ. Ο χρόνος είναι φίλος μου παντοτινός και πάντοτε ήξερε να με βάζει στη θέση μου. Με το χρόνο πορεύεται όποιος το επιθυμεί και υπάρχει κόσμος που γνωρίζει κόσμο. Και υπάρχει και ο όχλος που μόνο όχλο γνωρίζει. Μην με υπερασπίζεστε, Ιδέα.
Το ποίημα που μου στέλνετε, ποίημα τόσο διεισδυτικό κι εμφατικό, τόσο παθητικό στη ζωή, θέλω να το διαβάσω εντός μου. Υπενθύμιση μιας ποίησης κρυφής. Θα μου επιτρέψετε να το διαβάσω, να σας διαβάσω;
Αναλογίζομαι (αν το πλοίο καθυστερήσει λίγο ακόμη τον απόπλου) να έρθω ξανά να δω εσάς και όλους σας. Ναι, αγαπητή Ιδέα, εξακολουθώ να νιώθω το χέρι σας μέσα στο δικό μου κόντρα στον δεξιό σας γοφό στο μπαλκόνι ενός ξενοδοχείου στην πόλη που σας περιβάλλει. Και θα εξακολουθήσω να το νιώθω.
Μ’ ένα φιλί. 

ΧΟΥΑΝ ΡΑΜΟΝ


(Από την ανθολογία της Ουρουγουανής ποιήτριας Ιδέας Βιλαρίνιο με τίτλο "Το άνθος της στάχτης" που ετοιμάζεται. Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη)

26/1/15

Πανικός...



Παντελής Μπουκάλας

Ποτέ δεν θα μπορέσω να σου δώσω κάτι περισσότερο από τον πανικό μου. Κρυμμένος θα 'μαι και την ώρα την πιο άγρια, όταν το πάθος θα με τανύει ώς τη ρήξη. Άτεχνα κρυμμένος. Σαν και τον κλέφτη που επαιτεί τη σύλληψή του, να λυτρωθεί.

Ποτέ δεν θα μπορέσω να σου δώσω κάτι περισσότερο από τον πανικό σου. Και τη στιγμή την άγια θα ξεμακραίνεις μέσα σου, θα χάνεσαι, στον κόμπο που σε γέννησε θα επιστρέφεις, λατρεύοντάς τον, με μιαν αγάπη σπαραγμού.

Ποτέ δεν θα μπορέσω να σου δοθώ υπέρτερος του σκηνοθέτη πανικού μου.

23/1/15

Πάνω από ποιητής, σύζυγος και πατέρας...

 
      














Jaime Sabines 

Ο διαβάτης


      Λένε, διαδίδουν, βεβαιώνουν, σε σαλόνια και γιορτές, πολλοί ή λίγοι ενδεείς πως ο Χάιμε Σαμπίνες είναι μέγας ποιητής. Ή τουλάχιστον καλός ποιητής. Ή ποιητής αξιόλογος, αξιοπρεπής. Ή, τέλος πάντων, απλώς -μα αληθώς- ποιητής.

            Φτάνει στα αφτιά του η είδηση και ο Χάιμε καταχαίρεται: τι όνειρο! Είμαι ποιητής! Είμαι ποιητής σημαντικός! Είμαι μέγας ποιητής!

            Πεπεισμένος βγαίνει στο δρόμο και φτάνει στο σπίτι πεπεισμένος. Μα στο δρόμο κανείς, και στο σπίτι ακόμη λιγότερο, κανείς δεν συνειδητοποιεί πως είναι ποιητής. Γιατί οι ποιητές να μη φέρουν ένα άστρο στο μέτωπο ή μια λάμψη εμφανή ή έναν κεραυνό που από τ’ αφτιά τους να βγαίνει;

            «Για το Θεό!» αναφωνεί ο Χάιμε. «Πρέπει να γίνω πατέρας ή σύζυγος ή  να δουλεύω στο εργοστάσιο σαν οποιονδήποτε άλλον ή να περπατώ σαν οποιονδήποτε άλλο και έτσι να διαβαίνω».

            «Αυτό είναι!» ξαναλέει ο Χάιμε. Δεν είμαι ποιητής – είμαι διαβάτης.

           Και τούτη τη φορά ξαπλώνει στο κρεβάτι του με μια γλυκιά, γαλήνια χαρά.



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

20/1/15

"Με τον τρόπο του παρά"...



Παντελής Μπουκάλας

Με τον τρόπο του παρά αγαπήθηκα· παράφορα και παράβαση, και προπάντων παράδοση - πώς αγαπάει το ξύλο τη φωτιά και την αρμύρα ο βράχος, και πώς η λεία το θεριό, τον πυρετό τα χείλη. Έτσι έβγαινα έξω απ' τον χρόνο και τη γλώσσα μου λοίδορη τού πρότεινα, κι ας καιγόταν.

17/1/15

"Ο σωσίας"...



"Ο σωσίας" 
του Φιόντορ Ντοστογιέφσκι
σκην. Έφη Μπίρμπα
θέατρο Ροές

Ανοίγω το βιβλίο, διαλέγω κάποιες φράσεις, αποσπώ δυο-τρεις σκηνές και φτιάχνω μια παράσταση μιάμισης ώρας. Θα μου πείτε, πώς γεμίζω ενενήντα λεπτά με υλικό που χωράει σε δεκαπέντε; Μα ελάτε τώρα! Όσοι παρακολουθούν έστω και λίγο τη μόδα, θα ξέρουν πως αυτό γίνεται με επαναλήψεις λέξεων, κινήσεων και σκηνών μέχρις αηδίας, για στρώσε-ξέστρωσε της άμμου που καλύπτει βεβαίως τη σκηνή, για πήγαινε-έλα, βάλε-βγάλε, πέσε-σήκω, μικρόφωνα, μεγάφωνα, ουδέτερο μουσικό φόντο και ξάφνου ένα μπλουζ με αχόρευτο χορό. 

Δεν είναι που το μυθιστόρημα του Ντοστογιέφσκι, το οποίο υποτίθεται παρουσιάζεται σε δραματοποίηση, μοιάζει ούτε με νουβέλα ούτε με διήγημα, αλλά με επίγραμμα: έχει δηλωθεί πως υπάρχει εστίαση σε ορισμένες σκηνές. Είναι που αυτό το επίγραμμα δεν λέει ούτε περικλείει κάποια ιστορία ή -για την ακρίβεια- λέει πολλές ιστορίες μαζί, λέει κάθε δυνατή ιστορία και εν τέλει δεν λέει απολύτως τίποτα. Τόση κίνηση επί σκηνής και δεν συμβαίνει τίποτα. Οι χαρακτήρες όλο μιλούν και δεν λένε τίποτα. Ο συμβολισμός τόσος και τέτοιος, που εντέλει μένει αδιάφορο το τι συμβολίζει ή το αν συμβολίζει καν κάτι. Μοιάζει να δραματοποιήθηκε ο ίδιος ο τίτλος, και αυτός ακόμη στο ένα τρίτο (ή τέταρτο) της παράστασης. Σίγουρα, κάποιος που δεν έχει διαβάσει το έργο δεν καταλαβαίνει περί τίνος πρόκειται και όποιος το έχει διαβάσει, μόνο από το όνομα Γκολιάτκιν μπορεί αδρά ίσως να το αναγνωρίσει. 

Τι μένει λοιπόν από την παράσταση; Εικόνες, εικόνες, εικόνες! Αρκετές από αυτές, ομολογουμένως, ωραίες εικόνες. Στο θέατρο Ροές παρακολουθεί κανείς μια εικαστική αποτύπωση του μυθιστορήματος και όχι μια διασκευή του για το θέατρο. Δεν έχουμε αποφασίσει ακόμη αν θα πρέπει να χαροποιήσει τη γράφουσα ή τη σκηνοθέτιδα της παράστασης το αποτέλεσμα σχετικής μας έρευνας, σύμφωνα με το οποίο η δεύτερη είναι εικαστικός. Μάλλον όχι, εφόσον εν προκειμένω κλήθηκε να ενεργήσει με διαφορετική ιδιότητα. Δεν νομίζουμε ότι θα ικανοποιούνταν αναγνώστες, συντελεστές της παράστασης και θεατρόφιλο κοινό, αν αντί της παρούσας κριτικής μεταφράζαμε εδώ ολόκληρο το έργο. Όσον αφορά τη σκηνοθεσία, η παγίδα είναι -καλώς ή κακώς- πιο επικίνδυνη για εικαστικούς ή χορογράφους, προφανώς λόγω συγγένειας των ειδών. 

Όσο για τους ηθοποιούς, -υπεράριθμοι και αυτοί για τα διαδραματιζόμενα- είναι κρίμα που η ουσιαστική -και σχεδόν αποκλειστική- λειτουργία δύο εξ αυτών ήταν να στρώνουν απλά την άμμο. Δεν αποκλείεται να είναι ικανοί για λαμπρές ερμηνείες. Άγνωστο. Η πραγματική απορία όμως είναι πώς ο Σερβετάλης κατορθώνει να Ερμηνεύει ακόμη και το Τίποτα!

Έλενα Σταγκουράκη
13.01.2015


Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Νέο Πλανόδιον" (http://neoplanodion.gr/2015/01/13/%CE%BF-%CF%83%CF%89%CF%83%CE%AF%CE%B1%CF%82/



14/1/15

"Περί φύσεως"...




«Της γης ιδρώτας η θάλασσα»



«Περί φύσεως»
του Μιχάλη Βιρβιδάκη
σκην. Έφη Θεοδώρου
Αναλόγιο στο Θέατρο Τέχνης
Οκτώβριος 2014



«Όσο απομακρύνεται κανείς απ’ την επιφάνεια, δυσκολεύουν τα πράγματα»: ακούγοντας αυτήν την αλήθεια ο θεατής ανάμεσα σε τόσες άλλες παντός φύσεως, ίσως δεν αντιλαμβάνεται ότι στην πραγματικότητα γίνεται μάρτυρας τριών χαρακτήρων οι οποίοι –άλλοτε συνειδητά άλλοτε υποσυνείδητα– εγκαταλείπουν την επιφάνεια προς εξερεύνηση του βυθού και αναζήτηση του βάθους.


Το πιο πρόσφατο θεατρικό έργο του Μιχάλη Βιρβιδάκη, έργο σε δώδεκα σκηνές, παρακολουθεί σε ένα πρώτο επίπεδο την επιφανειακή συνομιλία τριών λουομένων τον Αύγουστο, παραμονή του Σωτήρος. Σε ένα δεύτερο όμως, γίνεται καθρέφτης των πιο μύχιων πεποιθήσεων, ανησυχιών και πληγών, αφού ο πόνος και η αντοχή σε αυτόν αναφέρονται επανειλημμένα, και ας είναι μέσα από το χαμόγελο. Πρόκειται μάλλον για χαμόγελο με τα δόντια ενωμένα σφιχτά, ίσως και για το αναπόφευκτο χαμόγελο της συγκατάβασης από την αποδοχή της ζωής ως έχει. Στο έργο, το κωμικό στοιχείο συμβαδίζει κι εναλλάσσεται με το δραματικό, η πραγματικότητα φλερτάρει με το παράλογο και υπάρχουν στιγμές γνήσιου ποιητικού ύψους. Έντονη είναι και η μεταφορικότητα του κειμένου, καθώς ο θεατής προσανατολίζεται περισσότερο στη μεταφορική έννοια των λόγων παρά την κυριολεκτική. Για παράδειγμα: «να επιπλέει κανείς –αυτό μόνο», «να μένεις στην επιφάνεια προϋποθέτει την ικανότητα του να μένεις στην επιφάνεια», «προσπαθώ να την ξεχάσω [τη γνώση], αλλά η ζημιά έχει γίνει», «όλος ο κόσμος είναι ένας άνθρωπος», «κολυμπάμε σε μια θάλασσα που δεν γνωρίζουμε».


Η σκηνοθετική επιμέλεια της Θεοδώρου υπήρξε ισορροπημένη για το είδος του αναλογίου, εξισορροπώντας το κείμενο με την παραστατικότητα και την περιορισμένη στο ελάχιστο κίνηση των ηθοποιών. Ωστόσο, θα άρμοζε ίσως μια πιο αργή ανάγνωση, λαχάνιασμα και περισσότερες παύσεις, κυρίως από τον γυναικείο χαρακτήρα και τον Σοφοκλή, δεδομένου ότι αυτοί κολυμπούσαν και βουτούσαν. Η κύρια ένστασή μας όμως σχετίζεται με την απόδοση του τρόπον τινά ιντερμέτζου με τα σχόλια-σκέψεις διάφορων λουομένων, η οποία εύστοχα μεν πραγματοποιήθηκε μέσω ηχογράφησης, έπρεπε δε να επιδεικνύει τη συγχρονικότητα ενός χορού φωνών, την οποία υπονοεί το έργο, και να έχει διάρκεια στο 1/3 αυτής που είχε, καθώς αντί να δίνει μια ανάσα, στο τέλος κούραζε. 


Οι ερμηνείες χάρισαν πνοή και ζωντάνια στο κείμενο, με πρώτη και καλύτερη αυτήν του Κωνσταντίνου Αβαρικιώτη στο ρόλο του Ευριπίδη Περίανδρου. Σωστός και απολαυστικός χειρισμός φωνής, παύσεις, ύφος. Γλυκά υστερική η Ευλαμπία της Έλενας Τοπαλίδου, αλλά αρκετά άνευρος ο Σοφοκλής Ποθουλάκης του Δημήτρη Παπανικολάου.


Καίριος ο ρόλος του βίντεο της Αγγελικής Τσόλη, το οποίο όχι μόνο οπτικοποιούσε τη θάλασσα, αλλά και την ίδια την πορεία της παράστασης, από τα ανοιχτά ώς τη στεριά. Εξίσου λειτουργικός και ο σχεδιασμός του ήχου από την Χριστίνα Καρποδίνη.


«Να νομίζεις ότι… και να μην…». Αυτή η ασυνέπεια δεν αφορά το έργο του Βιρβιδάκη, το οποίο υπήρξε ειλικρινές και ατόφιο ακόμη και με τη χρήση λατινικών, αρχαιοελληνικών και ξενόγλωσσων εκφράσεων και μότο, ούτε τη μετρημένη σκηνοθεσία της Θεοδώρου σε αυτό το είδος παράστασης που ενέχει τόσες παγίδες. Αυτό το “vivere pericolosamente” μοιάζει να ταιριάζει σε συγγραφέα και σκηνοθέτιδα, όπου “pericolosamente”  θα πει «στα όρια της αντοχής, εκεί που συναντούμε το βαθύ εαυτό μας».





Έλενα Σταγκουράκη

Αθήνα, 6 Οκτωβρίου 2014