Κώστας Κουτσουρέλης
Αέρας Αύγουστος 25
Το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη:
μια ζύμη δύσμορφη, βαριά, που ξεχειλώνει,
ένα αποφόρι που έχει μείνει ξέφτι,
μια χρυσαλλίδα απορημένη που στεγνώνει
στην κόλλα μέσα του καιρού –
πρόσωπο γέρου, ετοιμοθάνατου, νεκρού.
Το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη:
τη ρέμβη, την απόφαση, τη γνώμη,
τον απαλό όρκο των χειλιών· τη χάντρα
της υγρής ματιάς· το θράσος των φρυδιών·
το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη –
το πρόσωπο του εφήβου, και του άντρα.
Το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη:
τη δόξα του αρυτίδωτου, του αράγιστου νερού,
το ρίγος μιας υπόσχεσης απτής, που δεν ξεπέφτει –
του βρέφους, του έμβρυου, του αγέννητου παιδιού.
μια ζύμη δύσμορφη, βαριά, που ξεχειλώνει,
ένα αποφόρι που έχει μείνει ξέφτι,
μια χρυσαλλίδα απορημένη που στεγνώνει
στην κόλλα μέσα του καιρού –
πρόσωπο γέρου, ετοιμοθάνατου, νεκρού.
Το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη:
τη ρέμβη, την απόφαση, τη γνώμη,
τον απαλό όρκο των χειλιών· τη χάντρα
της υγρής ματιάς· το θράσος των φρυδιών·
το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη –
το πρόσωπο του εφήβου, και του άντρα.
Το πρόσωπό μου βλέπω στον καθρέφτη:
τη δόξα του αρυτίδωτου, του αράγιστου νερού,
το ρίγος μιας υπόσχεσης απτής, που δεν ξεπέφτει –
του βρέφους, του έμβρυου, του αγέννητου παιδιού.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου