31/5/12

Η ευχή...

Μόνο που...















Έριχ Φρηντ

Τότε
 
Σαν η ευτυχία σου
ευτυχία δεν είναι
τότε μπορεί ο πόθος σου
πόθος να μείνει
κι η νοσταλγία σου
ακόμη νοσταλγία αληθινή

Κι η αγάπη σου
ακόμη αγάπη να μείνει
σχεδόν θαρρείς αγάπη ευτυχής
κι η κατανόησή σου
να αυξάνει

Όμως τότε θα ’ναι
και η λύπη σου
λυπηρή
και οι σκέψεις σου
ολοένα θα γίνονται
δικές σου σκέψεις

Εσύ θα ’σαι πάλι εσύ
και σχεδόν αφόρητα μονάχη
Η αξιοπρέπειά σου δική σου αξιοπρέπεια
Μόνο που η ευτυχία σου
δεν θα ’ναι πια ευτυχία.



Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

***************************************

 Dann
Wenn dein Glück
kein Glück mehr ist
dann kann deine Lust
noch Lust sein
und deine Sehnsucht ist noch
deine wirkliche Sehnsucht

Auch deine Liebe
kann noch Liebe sein
beinahe noch glückliche Liebe
und dein Verstehen
kann wachsen

Aber dann will auch
deine Traurigkeit
traurig sein
und deine Gedanken
werden mehr und mehr
deine Gedanken

Du bist dann wieder du
und fast zu sehr bei dir
Deine Würde ist deine Würde
Nur dein Glück
ist kein Glück mehr.
 
 
 
Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Poeticanet", τεύχος 16 (Μάιος 2012) 


Τι να σας κάνω μάτια μου κι εσάς τους ποιητές...
















Λὸν Ὄττο (Lon Otto)

Ἐρωτικὰ Ποιήματα

(L­o­ve P­o­e­ms)

ΗΣ Ε­ΓΡΑ­ΨΕ ἕ­να ἐ­ρω­τι­κὸ ποί­η­μα γιὰ τὴ μέ­ρα τοῦ Ἁ­γί­ου Βα­λεν­τί­νου. Εἶ­ναι πο­λὺ ὄ­μορ­φο, ἐκ­φρά­ζει καὶ ἐν­σω­μα­τώ­νει ἕ­να πα­θι­α­σμέ­νο, αὐ­θεν­τι­κὸ συ­ναί­σθη­μα. Ἕ­να συ­ναί­σθη­μα γιὰ τὸ ὁ­ποῖ­ο δὲν θε­ω­ροῦ­σε τὸν ἑ­αυ­τό του ἱ­κα­νό, μιὰ τρυ­φε­ρό­τη­τα ποὺ ἀ­νή­κει σὲ κά­ποι­ον κα­λύ­τε­ρο ἄν­θρω­πο. Ταυ­τό­χρο­να, τὰ κα­λο­λο­γι­κὰ στοι­χεῖα εἶ­ναι ἔν­το­να καὶ εὐ­δι­ά­κρι­τα, ἡ μορ­φὴ πε­ρί­πλο­κη μὰ δι­α­κρι­τι­κή. Ἀ­παγ­γέλ­λει τὸ ποί­η­μα ξα­νὰ καὶ ξα­νά. Δὲν μπο­ρεῖ νὰ τὸ πι­στέ­ψει ὅ­τι εἶ­ναι τό­σο κα­λό. Εἶ­ναι τὸ κα­λύ­τε­ρο ποί­η­μα ποὺ ἔ­γρα­ψε πο­τέ.

       Θὰ τῆς τὸ στεί­λει μὲ e-m­a­il ἀ­πό­ψε. Ἐ­κεί­νη θὰ τὸ ἀ­νοί­ξει μό­λις τὸ λά­βει, ἔ­πει­τα ἀ­πὸ ἔ­ξυ­πνο προ­γραμ­μα­τι­σμό, τὴ μέ­ρα τοῦ Ἁ­γί­ου Βα­λεν­τί­νου. Ἡ ὀ­μορ­φιὰ καὶ τὸ πά­θος του θὰ τὴ θαμ­πώ­σουν, θὰ τὴ συ­νε­πά­ρουν. Θὰ τὸ βά­λει μα­ζὶ μὲ τὰ ὑ­πό­λοι­πα γράμ­μα­τά του καὶ θὰ τὸν ἀ­γα­πά­ει γιὰ αὐ­τό, ὅ­πως τὸν ἀ­γα­πά­ει καὶ γιὰ τὰ ὑ­πό­λοι­πα γράμ­μα­τά του. Δὲν θὰ τὸ δεί­ξει σὲ κα­νέ­ναν, ἀ­φοῦ εἶ­ναι κλει­στὸς ἄν­θρω­πος, καὶ αὐ­τὸ εἶ­ναι κά­τι ποὺ τοῦ ἀ­ρέ­σει στὸ χα­ρα­κτή­ρα της.

      Ἀ­φοῦ τῆς στέλ­νει τὸ γράμ­μα ἠ­λε­κτρο­νι­κά, κα­θα­ρο­γραμ­μέ­νο μὲ τὴν ἐν­δι­α­φέ­ρου­σα γρα­φή του, δα­κτυ­λο­γρα­φεῖ ἕ­να ἀν­τί­γρα­φο γιὰ τὸ δι­κό του ἀρ­χεῖ­ο. Ἀ­πο­φα­σί­ζει νὰ στεί­λει ἕ­να ἀν­τί­γρα­φο σὲ ἕ­να ἀ­πὸ τὰ πιὸ φη­μι­σμέ­να λο­γο­τε­χνι­κὰ πε­ρι­ο­δι­κά, στὸ ὁ­ποῖ­ο δὲν ἔ­χει γί­νει ἀ­κό­μα δε­κτός. Δι­στά­ζει ὅ­σον ἀ­φο­ρᾶ τὴν ἀ­φι­έ­ρω­ση, για­τί αὐ­τό, με­τα­ξὺ ἄλ­λων, θὰ μπο­ροῦ­σε νὰ δη­μι­ουρ­γή­σει μιὰ ἀ­μή­χα­νη κα­τά­στα­ση μὲ τὴ γυ­ναί­κα του. Στὸ τέ­λος πα­ρα­λεί­πει τὴν ἀ­φι­έ­ρω­ση. Τε­λι­κά, ἀ­πο­φα­σί­ζει νὰ δώ­σει ἕ­να ἀν­τί­γρα­φο καὶ στὴ γυ­ναί­κα του. Στὴ συ­νέ­χεια, στέλ­νει καὶ ἕ­να ἀν­τί­γρα­φο σὲ μιὰ γυ­ναί­κα ποὺ ξέ­ρει στὴν Ἀγ­γλί­α, μιὰ ποι­ή­τρια ποὺ κα­τα­λα­βαί­νει πραγ­μα­τι­κά το ἔρ­γο του. Κα­θα­ρο­γρά­φει ἕ­να ἀν­τί­γρα­φο γιὰ αὐ­τή, μὲ ἀ­φι­έ­ρω­ση στὰ ἀρ­χι­κά του ὀ­νό­μα­τός της. Θὰ τὸ λά­βει λί­γες μέ­ρες ἀρ­γό­τε­ρα, θὰ πι­στέ­ψει ὅ­τι αὐ­τὸς τὴ σκε­φτό­ταν λί­γες μέ­ρες πρὶν τὴν ἡ­μέ­ρα τοῦ Ἁ­γί­ου Βα­λεν­τί­νου.

     
Το είδαμε στο ιστολόγιο "Ιστορίες Μπονζάι" και μας άρεσε...

27/5/12

Ως πότε παλικάρια...

















Για πόσο θα περιμένουμε τον…Γκοντό;


«Περιμένοντας τον Γκοντό»
Θέατρο Τέχνης «Κάρολος Κουν»
Νοέμβριος 2011



 
Όταν βρισκόμαστε αντιμέτωποι με τη μεταφορά ενός κλασικού έργου της παγκόσμιας λογοτεχνίας στη σκηνή, όταν πρόκειται για ένα έργο-σταθμό στον κόσμο του θεάτρου, το οποίο μάλιστα έχει «φορεθεί» σκηνοθετικά τόσο πολύ, η πρόκληση είναι μεγάλη (ή και μικρή, αναλόγως του ζητούμενου) και η πρωτοτυπία δύσκολη –ίσως όμως και αχρείαστη. 

«Πάντα βρίσκουμε κάτι για να πείσουμε τον εαυτό μας ότι υπάρχουμε.» «—Δε νομίζεις ότι άλλαξαν πολύ; —Πιθανόν. Μόνον εμείς δεν αλλάζουμε ποτέ.» «—Πες το κι ας μην αληθεύει. —Τι να πω δηλαδή; —Πες: Είμαι ικανοποιημένος.» «—Δεν έχουμε δικαιώματα πια;…Τα χάσαμε; — Τα εκχωρήσαμε.» (Αληθινό κι επίκαιρο.) «Έτσι είναι ο άνθρωπος: του φταίει το πόδι του και βρίζει το παπούτσι.» «Μια ωραία πρωία ξύπνησα, τυφλός σαν την τύχη.» «Μα σταματήστε, επιτέλους, να με τρελαίνετε με τον αναθεματισμένο το χρόνο. …Όλο πότε, πότε. Κάποια μέρα. Δεν σας αρκεί;» «Κοιμόμουν, ενώ οι άλλοι υπέφεραν; Μήπως κοιμάμαι και τούτην εδώ τη στιγμή;» «Κι εμένα με κοιτάζει κάποιος άλλος, και για ’μένα λέει: κοιμάται, δεν ξέρει τίποτα, αφήστε τον να κοιμάται.»* Πρόκειται για την απαράμιλλη, απαραγνώριστη φωνή του Μπέκετ. Πόσο ν’ ακούγεται άραγε στην Αθήνα του 2011;

Το συγκεκριμένο έργο, εφόσον δεν επιλεγεί η «πιστή» -κατά σημείον και σημαινόμενον- σκηνοθετική απόδοση, επιτρέπει πλήθος παραστατικών αποκλίσεων κι αποχρώσεων. Ο σκηνοθέτης και σκηνογράφος της παράστασης, Κωστής Καπελώνης, διάλεξε τη δεύτερη οδό, παρεμβαίνοντας, «πειράζοντας», τόσο τη σκηνική απόδοση του έργου, όσο και το ίδιο το κείμενο (συνυπογράφοντας τη μετάφραση). Ναι μεν πρόκειται για ξεκάθαρη σκηνοθετική ερμηνεία και θέση, πάντως όμως για ερμηνεία. Το αποτέλεσμα, μια σκηνοθεσία όπου επικρατεί το κωμικό στοιχείο: Στη θέση της αποστασιοποίησης του θεατή από τους Εστραγκόν και Βλαντιμίρ (ευφυές το τέχνασμα με το διάφανο παραπέτασμα γι’ αυτόν τον σκοπό, όχι όμως επαρκές), η συμπάθεια απέναντι σε δύο αφελείς τύπους. Αντί για τη δυσάρεστη και πληκτική αναμονή τους και το ανάλογο φορτικό αίσθημα, κωμικά επεισόδια κι ευχάριστη ατμόσφαιρα ή τουλάχιστον κλίμα περιέργειας. Στη θέση ενός αδυσώπητου κι ενοχλητικού Πότζο, ένας γοητευτικός Αμερικανός σερίφης –θαρρείς– εν αποστρατεία. Χρώματα, αντί για ουσιαστικώς γυμνά σκηνικά, ξένα προς οποιονδήποτε χωρόχρονο. Γρήγοροι διάλογοι, αντί για χωνεμένους διαλόγους και μονολόγους που θα έδιναν στο κείμενο τις σωστές του διαστάσεις. Έτσι όμως, ο γκροτέσκος «στοχασμός» του Λάκυ μένει ξένος κι ανένταχτος στο σώμα του έργου, προκαλώντας περισσότερο περιέργεια, παρά φρίκη κι αποστροφή.

 
Στον κωμικό χαρακτήρα της σκηνοθεσίας συμβάλλει ιδιαίτερα και η μεταφραστική πρόταση των Χούλια και Καπελώνη. Για μια ακόμη φορά ο θεατής γίνεται μάρτυρας ενός φαινομένου που αποκτά ανησυχητικές  πλέον διαστάσεις στη χώρα μας: των αναίτιων ξενισμών στην ελληνική μετάφραση ξενόγλωσσων θεατρικών (κι όχι μόνο) κειμένων. Οι μεταφραστές δεν αρκέστηκαν μάλιστα στη χρήση της αγγλικής, αλλά, προφανώς απευθυνόμενοι αποκλειστικά σ’ ένα πολύγλωσσο κι υψηλού μορφωτικού επιπέδου και status κοινό, ενσωμάτωσαν λέξεις απ’ την ιταλική  και τη γαλλική (να ξεχνάμε καμία;). Πόσο πιο chic είναι ένας Πότζο που αντί για ένα απλό «αντίο» ή έστω “adieu” του πρωτοτύπου αποχαιρετά ταυτόχρονα με ένα “bye bye”, ένα “adieu” και δίνει το πρόσταγμα στον Λάκυ “Uno, due, uno due...”! Γιατί, ο διάλογος Βλαντιμίρ-αγοριού στ’ αγγλικά; Βεβαίως, θα έχουν να αντιτάξουν ένα σωρό επιχειρήματα, κυρίως ότι αποσκοπούσαν στην επίτευξη μιας πιο χιουμοριστικής απόδοσης που θα ταίριαζε με την όλη σκηνοθετική σύλληψη κι αντίληψη του έργου. Η απάντησή μας διπλή: αφενός διαθέτει και η ελληνική γλώσσα τα κατάλληλα κι αναγκαία μέσα, αφετέρου υφίστανται και τα ανάλογα υποκριτικά μέσα (κυρίως απ’ τις συγκεκριμένες ηθοποιούς). Ας μην κρυβόμαστε λοιπόν πίσω απ’ το δάχτυλό μας. Κάποιος λόγος υπάρχει που Άγγλοι και Γερμανοί μεταφραστές του έργου «αρκέστηκαν» στα όρια της γλώσσας τους. 

Όπως μόλις υπονοήθηκε, αν κάτι «σώζει» την παράσταση και την καθιστά αξιο-θέατη, είναι οι εξαιρετικές ερμηνείες των ηθοποιών. Ακολούθησαν σκηνοθετικές οδηγίες (για τις οποίες δεν φέρουν ευθύνη) και τις ακολούθησαν καλά. Για την παράσταση επιλέχτηκαν αποκλειστικά γυναίκες ηθοποιοί, γεγονός που κεντρίζει το ενδιαφέρον κι οδηγεί σ’ ένα αποτέλεσμα που δεν ξενίζει και δίχως ψεύτικες προσποιήσεις. Λαμπρή η Χατούπη στο ρόλο του Βλαντιμίρ, με εκπληκτική άνεση και φυσικότητα στην έκφραση του προσώπου. Αγνώριστη η θηλυκή Πιστιόλα σε μια άρτια μεταμόρφωση –εσωτερική, εξού και δύσκολη– σε «βαρύ αρσενικό», με ανάλογο χειρισμό φωνής και κίνησης. Ικανοποιητική η Γέρου, αποδίδοντας, με εξίσου απολαυστική έφραση προσώπου, την αφέλεια του Εστραγκόν με την αθωότητα νηπίου. Η Αλικάκη, στο ρόλο του Λάκυ, στάθηκε επάξια στο ύψος των περιστάσεων. 


 Στο ανέβασμα του συγκεκριμένου έργου –όπως και άλλων– του Μπέκετ, ελλοχεύει ο κίνδυνος της «εύκολης λύσης», της προσαρμογής του στα αισθητικά κριτήρια και χαρακτηρολογικά στοιχεία του σύγχρονου κοινού. Αυτό συνέβη και με την παράσταση στο Θέατρο Τέχνης, όπου το grotesque γίνεται burlesque (κάποιοι θα μας καταλάβουν). Παρουσιάζεται μια light εκδοχή, η οποία απορροφά τα στοχαστικά και φιλοσοφικά στοιχεία του έργου. Αρκετά όμως με τα light σε αυτήν τη χώρα, ώρα για επιστροφή σε βαθειές, διαχρονικές αξίες: όπως η υποκριτική αξία των ηθοποιών του έργου.



*Σε μετάφραση της γράφουσας   


Έλενα Σταγκουράκη,
Αθήνα, 13.11.2011


Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Νέα ευθύνη", τεύχος 9, Ιανουάριος 2012

24/5/12

Άνοιξη...

Μιαν άμμο...





















Νίκος Φιλντίσης

Ο γλάρος του Aberdeen


Έχω μια θάλασσα χρυσή
μια αγάπη
κι είναι οι άνθρωποι νησιά
ριγμένα μες στο χάρτη

Έχω μια βάρκα γαλανή
μια ελπίδα
μύρισ' ο κόσμος γιασεμιά
το όνειρό μου είδα

Πέταξες κι έχω μια ζωή
μιαν άμμο
μέσ' απ' τα χέρια πώς γλιστρά
τους θησαυρούς να χάνω




Ένας ταλαντούχος νέος ποιητής!
Ευχόμαστε ολόψυχα καλή συνέχεια!

21/5/12

Σήμερα έχει την τιμητική της...

Απ' τα ωραιότερα δώρα...





















ΣΤΗΝ ΕΛΕΝΑ ΕΙΔΙΚΑ ΓΙΑ ΤΗ ΓΙΟΡΤΗ ΤΗΣ

Εν πλήρει επιγνώσει και με σώας τας φρένας
και μια ματιά σου μοναχά θέλοντας να σου κλέψω
θα περπατήσω θαρρετά στη μέση της αρένας
κι ένα αργεντίνικο τανγκό τον ταύρο θα χορέψω

Την κόκκινη την μπέρτα μου, ο άνεμος την πήρε
κι εγώ χυμώ ξοπίσω της, να την προφτάσω τρέχω
και στην κερκίδα επάνω εσύ κι ο Αλτολαγκίρε
και παραδίπλα σιωπηλός κοιτάζει ο Βαγιέχο

Στέκομαι, υποκλίνομαι στη μέση της αρένας
και το καπέλο μου ψηλά πετάω να το πιάσεις
σαν ένα στίχο μυστικό του Ρεϊνάλντο Αρένας
μα κράτα μόνο τη στιγμή και μην τη μεταφράσεις.

Αντώνης Παπαϊωάννου
20/05/2008  

Είδωλον ονείρου...


















Γιώργος Κεντρωτής

Ελένη


Τραγουδιστής ή μενεστρέλος
και ραψωδός ή τροβαδούρος
ένα έμπνουν είδωλον εσγούρωσ'
ουράνιο εκεί, που πάει το μέλος

να γίνει ακατασχέτως γέλως,
ιδίως όταν intra muros
αρκτούρος μάς προκύπτει ο κούρος,
και τούτο λάθρα και ανωφέλως.

Καντάρια έχουν στίχους γράψει
γι' Αυτήν που αντάριαζε την άψη
θνητών τε και αθανάτων. Μένει

-παλινωδών εγώ, ανακρέων
το παρελθόν- να βρω το Ωραίον
που θ' αβροπλένει την Ελένη.

Ρυθμών ζητείται συμμετρία!
Πλην μ' ένα, δύο, τρία λόγια
σκαρώνουν στίχους τα λαμόγια-
κι οι λύρες σκάλωσαν στην Τροία

που αλώσαν οι Αχαιοί του Ομήρου.
Ε λ έ ν η : είδωλον ονείρου...

18/5/12

Για βιβλιοθήκη με δέκα ράφια 60x20x20...





















Αχιλλέας Κυριακίδης

Απόψεις για τις βιβλιοθήκες (επιλογή)



- Η άποψη του Ηρακλή Πουαρώ
 Είναι όλες ύποπτες.


- Η άποψη του Κίρκεγκαρντ
Είναι όλες ένοχες.


- Η άποψη του διακοσμητή νεοπλούτων
Για βιβλιοθήκη με δέκα ράφια 60x20x20, συνιστώ τα Άπαντα του Καζαντζάκη, του Μπαλζάκ και του Τολστόι, την τρίτομη εικονογραφημένη Σεξουαλική Εγκυκλοπαίδεια και το πεντάτομο Συνήθη λάθη που κάνουμε όταν μιλάμε ελληνικά.


- Η άποψη του Ιάπωνα ποιητή
Βιβλιοθήκη/ σε λεν' κι όσοι σε ξέρουν/ ανακατωτά.


- Η άποψη του πιστού επιπλοποιού
Κι αυτό το μοντέλο είναι από μασίφ τίμιο ξύλο.


- Η άποψη του Μποστ
Κατέχον άγνηαν ις βάθος, / φοβούμαι μη διαπράκσο λάθος. / Γνορίζον τας βηβληοθίκας μόνο εκσόψεως, / στερούμε ικοιοθελούς απόπσεος.


- Η άποψη του αποτυχημένου εφευρέτη
Αν, όμως, τα βιβλία ήταν στρογγυλά...


- Η άποψη του Μπόρχες
Την έχω πει. (Ή μήπως ήταν ο άλλος;)


- Η άποψη του Κάφκα
Έστι δίκης οφθαλμός, σκέφτηκε ο Γκρέγκορ Σάμσα. Δεν έχω καμία ελπίδα να φτάσω στο ψηλότερο ράφι της βιβλιοθήκης του πύργου, εκτός αν μεταμορφωθώ σε μαμούνι.


- Η άποψη του ηλίθιου
...............


- Η άποψη του μοιρολάτρη
Τι ωφελεί...



Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Το δέντρο", τεύχος 185-186 (Μάρτιος 2012)


16/5/12

GoJam Group - Μια υπέροχη μελωδία...

Απ' τ' ουρανού τα παραπέτα...

Harald Kunde

 
Κώστας Κουτσουρέλης

Αέρας αύγουστος 28 

Ο ΚΟΣΜΟΣ ΘΑ ΤΕΛΕΙΩΣΕΙ μια Δευτέρα βράδυ·
   αέρας θα φυσάει βαρύς, μια οσμή
 από γη πυρπολημένη και θειάφι

 σε δρόμους, σε πλατείες θ' απλωθεί.
   Στην τηλεόραση θα λένε απ' τις ειδήσεις
 πως έχουν όλα πια διευθετηθεί,

 πως οι Αρχές διαθέτουν εξηγήσεις,
πώς κάθε κίνδυνος έχει αποσοβηθεί.
 Μόνο ψηλά, απ' τ' ουρανού τα παραπέτα,

 το θρόισμα μόλις θα ηχεί της Απειλής·
   εμπρός της τ' άστρα, αναμμένα σπερματσέτα,
 το φως το λίγο της μεγάλης προσμονής.

 Χωρίς βιασύνη, μια στιγμή θα σταματήσει
   να κοιταχτεί μες στου καθρέφτη τον βυθό,
 κι έπειτα, με μια απόφαση βουβή θα ξεκινήσει.

 Τ' άστρα θα σβήσουνε, κι Εκείνη θα 'ναι εδώ.


13/5/12

Εμένα ποιος με σκέφτηκε;





















Γιώργος Γάτος

Αγαπητέ αναγνώστη,

πες μου σε παρακαλώ αν εκεί που ζεις δεν εκτυλίσσονται καθημερινά σκηνές απείρου κάλλους. Σκηνές που αποδεικνύουν πως η πλειοψηφία των Ελλήνων είναι απολίτιστοι. Σκηνές σαν αυτή που θα περιγράψω. Σκηνές που σε κάνουν να λες πως δεν θα πάμε ποτέ μπροστά με αυτά τα μυαλά.


Όταν το τούβλο συνάντησε το ντουβάρι...

“Με jazz, reggae και ελληνική μουσική θα πλημμυρίσουν τα βυζαντινά μνημεία της Θεσσαλονίκης σε μια προσπάθεια το χθες να συναντήσει το σήμερα. Αρχαιολογικοί χώροι και βυζαντινά μνημεία ανοίγουν τις πύλες τους στους μουσικούς και στο κοινό ενορχηστρώνοντας μοναδικές μελωδίες” έγραφε η πρόσκληση event που έλαβα στο Facebook, συνεχίζοντας: “ο κύκλος των μουσικών εκδηλώσεων που διοργανώνει το τμήμα Πολιτιστικών και Καλλιτεχνικών εκδηλώσεων της Αντιδημαρχίας Πολιτισμού, Παιδείας και Τουρισμού του Δήμου Θεσσαλονίκης, ακολουθεί το στόχο του ΥΠΠΟΤ να συνδεθεί η ταυτότητα της Θεσσαλονίκης με τα πολιτιστικά της μνημεία.”

Τέλεια σκέφτηκα, επιτέλους θα μπω στο Ανακτορικό συγκρότημα του Γαλέριου στην πλατεία Ναυαρίνου (στο οποίο, αν και μένω μόλις δυο τετράγωνα μακριά, ποτέ δεν είχα επισκεφθεί, αλλά δεν είναι της στιγμής η ιστορία αυτή) για να «Πάμε μια βόλτα στο φεγγάρι» ακούγοντας τραγούδια του Μάνου Χατζιδάκι, όπως ανέφερε η ανακοίνωση.

Πήγα νωρίτερα από την έναρξη της εκδήλωσης. Την ώρα που σουρούπωνε. Περίεργα χρώματα, φωνές παιδιών από τη διπλανή παιδική χαρά, κόσμος στα μπαλκόνια. Χάζευα τις πολυκατοικίες της περιοχής. Έβλεπα την πλατεία από μία άλλη οπτική γωνία. Δεν είχα κάτσει ποτέ σε αυτό το σημείο, σκέφτηκα. Τι να έβλεπε άραγε από εκεί κάποιος στην εποχή του Γαλέριου; Η εκδήλωση για μένα ήταν επιτυχία πριν καλά καλά αρχίσει, καθώς μου επέτρεψε να βιώσω ένα ιστορικό κομμάτι της πόλης, το οποίο με υποδέχθηκε όχι ως απλό θεατή, αλλά φιλοξενούμενό του, μέσα στο κεντρικότερο σημείο του.

Εκεί είχαν τοποθετηθεί πτυσσόμενες καρέκλες για τους θεατές. Η ώρα της έναρξης πλησίαζε και όλο και περισσότερος κόσμος ερχόταν. Αμήχανοι κάποιοι και μη εξοικειωμένοι με το χώρο ως μέρος φιλοξενίας εκδηλώσεων, ακουμπούσαν περιμετρικά του αιθρίου σε διάφορα τοιχία. Οι φύλακες του χώρου παρακινούσαν τους θεατές να καθήσουν σε κάποια από τις θέσεις, υπενθυμίζοντας με ευγενικό τρόπο πως δεν επιτρέπεται να καθόμαστε στα αρχαία (hellooooooooooooo τι κάνει νιάου νιάου;). Μέχρι που γέμισαν οι θέσεις και ο κόσμος άρχισε να στέκεται όρθιος. Εκτός από το τούβλο. 

Το τούβλο δεν συμφώνησε να σηκωθεί από το τοιχίο, παρά τις συστάσεις της υπαλλήλου και την παρέμβαση συναδέλφων της. Όταν προσπάθησαν να την πάρουν στο φιλότιμο λέγοντας της “σκεφτείτε κι εμάς” (που κάνουμε τη δουλειά μας και προστατεύουμε το χώρο για να έρθεις εσύ βραδιάτικα να τον απολαύσεις) απάντησε, “εμένα ποιος με σκέφτηκε” (που δε με περιμένατε με θέση ρεσερβέ, ποτάκι και κανα ξηροκάρπιο μη δούμε το θέαμα στεγνοί).

Κι έμεινε το τούβλο με τον τροφαντό του πισινό να επιβαρύνει το τοιχίο που έτυχε να την βολεύει καλύτερα (ντουβάρι είναι βρε αδερφέ, δεν θα πάθει και τίποτα) για να απολαύσει μαζί με τους υπόλοιπους κατοίκους και μη της περιοχής, αυτή την όμορφη εκδήλωση πολιτισμού, την ευκαιρία που τους δόθηκε να βιώσουν μία όμορφη Αυγουστιάτικη νύχτα στο κέντρο της πόλης που αγαπούν και ζουν.

Δεν έμεινα πολύ στην εκδήλωση, αν και τη βρήκα πολύ πετυχημένη. Περπάτησα λίγο περιμετρικά, απόλαυσα το μνημείο κι επέστρεψα στο χαμό της Ναυαρίνου και της Δημητρίου Γούναρη. Στο βάθος ακουγόταν η μουσική. Άραγε, το τούβλο έμεινε στο ντουβάρι;


Αναδημοσίευση από την ιστοσελίδα: http://www.parallaximag.gr

12/5/12

Κι αλίμονό σου...






3/5/12

Απόψεις...





















José Saramago 

11/2008:

Κράτος πρόνοιας

Το "κράτος πρόνοιας" είναι περισσότερο πολιτική ρητορική, παρά κοινωνική πραγματικότητα. Το έχουν συνδέσει με την υπερπαραγωγή κάθε λογής καταναλωτικών προϊόντων, γεγονός άσχετο προς ένα πραγματικό κράτος πρόνοιας. Η γλώσσα εξυπηρετεί πολλούς σκοπούς και συχνά λειτουργεί ως μέσο παραλλαγής της πραγματικότητας.

Estado de bienestar

“Estado de bienestar” es más retórica política que realidad social. El Estado de bienestar ha estado unido a la superproducción de bienes de consumo de todo tipo y eso no es un Estado de bienestar. El lenguaje sirve para todo y sirve, muchas veces, de máscara de la realidad.


************************************
 
07/2007: 

Ό,τι πιο περιττό

Τη σήμερον ημέρα ο άνθρωπος είναι ό,τι πιο περιττό. Ας το αναλογιστούν όσοι μας παίρνουν τ' αφτιά με υποκριτικά κηρύγματα περί της ιερής δήθεν αξιοπρέπειας του ανθρώπου.

La más dispensable de todas las cosas 
Hoy en día, el ser humano es la más dispensable de todas las cosas. Que piensen en ello los que nos atormentan los oídos con hipócritas prédicas sobre la eminente dignidad del ser humano.


Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη

Πηγή: Blog "Cuaderno de José Saramago"