Τα έπιπλα χόρεψαν και στα Χανιά
Γράφει η Έλενα Σταγκουράκη
Στις 9 Μαρτίου το θεατρόφιλο κοινό των Χανίων είχε τη δυνατότητα να παρακολουθήσει
στο Βενιζέλειο Ωδείο την επιτυχημένη
παράσταση «Ο χορός των επίπλων» σε
διασκευή Αντώνη Παπαϊωάννου και
σκηνοθεσία Τόνιας Σταυροπούλου, με τον
Πέτρο Ξεκούκη σε πρωταγωνιστικό ρόλο.
Η
παράσταση, η οποία σημειώνει μεγάλη
επιτυχία στις θεατρικές σκηνές της
πρωτεύουσας, όπου παίζεται ήδη για δύο
θεατρικές περιόδους, μεταφέρθηκε στην
Κρήτη, στο Ρέθυμνο στις 7 και στα Χανιά
στις 9 Μαρτίου. Σύμφωνα με τους συντελεστές
του έργου, οι Κρήτες γενικά και οι
Χανιώτες ειδικότερα δε μένουν ασυγκίνητοι
στο ποιοτικό θέατρο και γι’ αυτό δέχτηκαν
με χαρά την πρόσκληση.
«Ο
χορός των επίπλων» είναι έργο βασισμένο
στο αυτοβιογραφικό κείμενο του ποιητή
Ρώμου Φιλύρα κατά τον εγκλεισμό του στο
Δρομοκαΐτειο Θεραπευτήριο.
Ο Ρώμος
Φιλύρας, φιλολογικό ψευδώνυμο του Ιωάννη
Οικονομόπουλου, υπήρξε ποιητής, πεζογράφος
και δημοσιογράφος, πρόδρομος της
καταξιωμένης γενιάς λογοτεχνών του ’30
και εισηγητής του μοντερνισμού στα
ελληνικά γράμματα. Το γεγονός ότι το
όνομά του δεν είναι πολυσυζητημένο
οφείλεται σε παράγοντες ξένους προς
την ποιότητα του έργου του. Συγκεκριμένα,
γι’ αυτό ευθύνονται ο αντισυμβατικός
τρόπος του βίου του και το οδυνηρό του
τέλος, καθώς πάσχοντας από σύφιλη (μια
ασθένεια τότε αθεράπευτη) οδηγήθηκε
στην ψυχική διαταραχή και στο Δρομοκαΐτειο,
ξεχασμένος απ’ τον έξω κόσμο, παράπονο
και του ίδιου.
Ο
Ρώμος Φιλύρας, έγκλειστος στο Δρομοκαΐτειο
από το 1927 έως το 1942, ζούσε σε μια τραγική
κατάσταση μεταξύ λογικής και τρέλας.
Ακόμα και η ευτυχία της τρέλας ήταν
απαγορευμένη για εκείνον, καθώς ήταν
καταδικασμένος σε επίγνωση αφενός της
μερικής του διαταραχής κι αφετέρου της
πλήρους διαταραχής των άλλων εγκλείστων.
Έτσι, μεταξύ φθοράς κι αφθαρσίας, ο
Φιλύρας μας μεταφέρει τραγικές σκηνές
από το εσωτερικό του ιδρύματος και
παράλληλα ατόφια ποίηση.
Η
παράσταση είναι χωρισμένη σε μικρότερες
θεματικές ενότητες κι ακολουθεί
χρονολογικά την πορεία της παραμονής
του Ρώμου Φιλύρα στο θεραπευτήριο. Έτσι,
ξεκινά με τις πρώτες εντυπώσεις του
Φιλύρα από το νέο του περιβάλλον, το
οποίο ο ίδιος συνειδητά επέλεξε, κι όπου
με ειρωνεία περισσή κι αυτοσαρκασμό
περιγράφει: «Αλλά δε φτάνω δυστυχώς στο
ύψος μερικών εδώ μέσα. Βλέπετε, διατηρώ
ακόμη κάποια λογική και αυτό με μειώνει.
Γι’ αυτό υποφέρω…. Απ’ τη μνήμη και τη
λογική που μου απόμεινε μπορείτε να με
σώσετε;» ή «Τι όφελος να είμαστε τρελοί;
Κι εμείς σκλάβοι της ανθρώπινης
στενοκεφαλιάς.
Κατά τη διάρκεια της παράστασης ο Ρώμος
Φιλύρας οδηγεί χέρι-χέρι το θεατή ανάμεσα
απ’ όλα τα βιώματα, τις συναισθηματικές
περιπλανήσεις και παράλογες λογικές
που αντιμετωπίζει. Μιλά στο θεατή σε
τόνο εμπιστευτικό και παράλληλα καυστικό
για την οδύνη της κατάστασής του, τη
μοναξιά, τον αποκλεισμό και την εγκατάλειψη
απ’ όσους «ποτέ δεν τον αγάπησαν όπως
τους αγάπησε εκείνος», για το θάνατο,
τη λογική και την τρέλα και τα ρευστά
τους όρια.
Η
παράσταση τελειώνει -πώς αλλιώς- με το
τέλος του ίδιου, το θάνατο του Φιλύρα.
Κι όμως, πρόκειται για θάνατο εξόχως
λυρικό, καθώς περισσότερο μοιάζει με
ταξίδι αγάπης, παρά γι’ αυτό που καλείται
να σημάνει. «Κι εγδυνόσουνα. Κι εφτερούγιζαν
γύρω σου χιλιάδες έρωτες με μικρά φτερά
κι έβλεπα πέταλα ρόδων να σκορπιούνται
στα λευκά σου σεντόνια…Και εφορούσες
εσύ αραχνοΰφαντο νυχτικό κι εγώ απ’
έξω τα σάβανά μου…Τώρα κάτσε εσύ,
κοιμήσου, εγώ τραβώ…Ο γαλαξίας ας
ακολουθεί σα χρυσή διαδήλωση…Έπειτα
ας παραταχθούν τα εξαπτέρυγα των ερώτων.
Η
σκηνοθεσία της Τόνιας Σταυροπούλου
είναι άρτια κι υποβλητική. Περισσότερες
από μία φορές τα λιγοστά έπιπλα στη
σκηνή χορεύουν, στροβιλιζόμενα σε μια
δίνη μαγική, «έναν κύκλο καθαρτηρίου ή
κολάσεως» που αναμειγνύει κι αλέθει τη
λογική με την τρέλα, τα «ολόχρυσα φώτα
της Αθήνας» με «το φρενήρη θίασο από
τραγικούς κωμωδούς». Εξαιρετικής
αισθητικής είναι το επαναλαμβανόμενο
παιχνίδι με τις σκιές. Σκιές πραγματικές
που παίρνουν σάρκα και οστά κι άλλοτε
ακόμα και όνομα, όπως αυτό του κυρίου
Θανάση του Χίντεμπουργκ, για να δηλώσουν
άλλες σκιές, ανθρώπους-σκιές, το υπόλειμμα
της ανθρώπινης ύπαρξης, αλλά και το
αέναο παιχνίδι της τρέλας με τις σκιές.
Ευρηματικό κι άκρως λειτουργικό το
στοιχείο του εγκιβωτισμού, με τον ίδιο
το Φιλύρα να διαβάζει το ιατρικό του
ιστορικό. Με τον τρόπο αυτό, ο θεατής
πλησιάζει πολύ το Ρώμο, και δεν παρακολουθεί
μόνο τη δική του σκοπιά. Αντιθέτως,
μαθαίνει για τη μελαγχολία του, τις
ψευδαισθήσεις που ενίοτε παρουσίαζε,
αλλά και το περιπαικτικό του ύφος. Το
οπτικοακουστικό υλικό αγκαλιάζει ζεστά
την παράσταση, με ρόλο πολλαπλό: χωρίζει
με τρόπο φυσικό και δημιουργικό τις
θεματικές ενότητες, ερεθίζει τις
αισθήσεις του θεατή και τον αποφορτίζει,
δημιουργώντας μια οικεία ζεστασιά
απέναντι στον ποιητή.
Η
συγκεκριμένη παράσταση προσφέρει
διαφορετικές αναγνώσεις ταυτοχρόνως
και πολύπλευρα μηνύματα. Δεν πρόκειται
απλώς για έναν ποιητή έγκλειστο, ούτε
και για έναν έγκλειστο ποιητή. Αυτές οι
ιδιότητες, τα βιώματα, τα συναισθήματα,
περιπλέκονται μεταξύ τους, συνθλίβονται
και γίνονται ένα μείγμα ομογενές,
αδιαχώριστο και ειλικρινώς σκληρό.
Ο
θεατής παρατηρεί αφενός το δημιουργό
του Πιερρότου, της Ρόδας στον αφρό, των
Γυρισμών, της Κλεψύδρας και της Θυσίας
να παρατηρεί με την ποιητική ματιά του
πρόσωπα και πράγματα, καθώς και το
ιδιοφυές πνεύμα του να μετατρέπει σκηνές
αλλοφροσύνης σε δείγμα υψηλής λογοτεχνικής
αξίας. Αφετέρου, η παράσταση συμβάλλει
σημαντικά στην καταπολέμηση του στίγματος
της ψυχικής ασθένειας, στοχεύοντας στην
ευαισθητοποίηση του θεατή στον πολλαπλά
πάσχοντα συν-άνθρωπο. Σύμφωνα με τη
Φωτεινή Τσαλίκογλου, καθηγήτρια
ψυχολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο,
στο «Χορό των επίπλων» «η τρέλα έχει τη
δυνατότητα να εκφράζει όλη την ειρωνεία
της ανθρώπινης ύπαρξης, να ακυρώνει
βίαια την ασημαντότητα των λέξεων και
να ταράζει τον καθησυχασμό της συνείδησης,
ανατρέποντας τις βολές του κόσμου, τις
ανώδυνα τακτοποιημένες ζωές μας».
Η
ιδιαίτερη εκφραστικότητα του Ξεκούκη
σε ένα ρόλο-στροφή στην καριέρα του, η
πλαστικότητα των κινήσεών του και η
ευκολία μεταπήδησης από τον ένα ρόλο
στον άλλο, η άρτια κι ευρηματική σκηνοθεσία
και ο συνδυασμός οπτικοακουστικού
υλικού με το κείμενο της παράστασης
προσφέροντας συνεχή ερεθίσματα στο
θεατή, συνιστούν τα συστατικά στοιχεία
μιας επιτυχημένης παράστασης.
Από τα Χανιώτικα Νέα, 08.03.2010
2 σχόλια:
ΜΠορεί να μη σε ενδιαφέρει, αλλά ο Ξεκούκης, όπως και ο Παπαϊωάννου είναι ολυμπιακοί.
Ολυμπιακοί όπως (θαρρώ) και κάποιος άλλος..Ποιος να 'ναι..;
Δεν πειράζει, εγώ, όπως και η Μελίνα, τραγουδώ ευχαρίστως "τα παιδιά του Πειραιά"! :ο)
Την καλησπέρα μου.
Δημοσίευση σχολίου