Γιώργης Παυλόπουλος
Ελένη
Πάλι γυμνή στην αγκαλιά του απόψε
όμως ο νους της γύριζε στο άλλο της κρεβάτι.
Πρώτη φορά που ένιωσε τον πόθο του αλλιώτικο
πρώτη φορά την τρόμαζαν ο έρωτας κι η νύχτα.
Χάμω στο πάτωμα τα ξεσκισμένα πέπλα της
κι η τρυπημένη ασπίδα του, παντοτινή ντροπή.
Μα ποιος αποφασίζει για το σώμα της, ποιος φταίει
που η ομορφιά της θ' αφανίσει αύριο την Τροία;
Και ποιος θεός τους όρισε ν' αγαπηθούν πολύ
κι απ' την αγάπη τους να γίνουν ποίημα του Θανάτου;
***
Πάρις
Τους πήρε ο ύπνος γυμνούς
και ήταν όλη μες στην αγκαλιά του.
Ποτέ άλοτε δεν την πόθησε τόσο πολύ.
Μόνον όταν τον άγγιξε ο Θάνατος.
Χάμω στο πάτωμα τα διάφανα πέπλα της
και δίπλα η τρυπημένη ασπίδα του.
Απ' τα καράβια των Αχαιών ανέβαινε τώρα
η σκοτεινή βοή που θ ' αφάνιζε την Τροία.
Και μέσα στην καταχνιά της κάμαρης
η Αφροδίτη, γριά σκεφιτκή, να τους κοιτάζει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου