Αντιπαράθεση του παρελθόντος και του παρόντος
Ο ποιητής κατά θεσμών και ατόμων
Tης Έλενας Σταγκουράκη
ANTΩΝΗΣ ΖΕΡΒΑΣ
Μερικά μερικά
εκδ. Ινδικτος, 2010
«Σοφοί που δεν μιλάμε πλέον για σοφία»: Ο Αντώνης Ζέρβας δεν κάνει
πνεύμα στην τελευταία του ποιητική συλλογή. Το πνεύμα το μεταχειρίζεται
καυστικά, με το διεισδυτικό μάτι του παρατηρητή, που εντοπίζει τα κακώς
κείμενα και με έντονη τη στοχαστική διάθεση.
Η συλλογή του συνιστά
δοχείο σωρευμένης εμπειρίας. Ο Ζέρβας μαίνεται ποιητικώς ενάντια στην
ξέφρενη ελευθερία, το «άθεσμο», την απόλυτη παθητικότητα και τον
γενικότερο ξεπεσμό θεσμών κι ατόμων. Αλλοτε επιδίδεται σε οξυδερκή
αποφθέγματα, ρήσεις, θα λέγαμε, ευτάκτως ερριμμένες. Αλλοτε βάζει να
παρελαύνουν εμπρός στα μάτια μας ποικίλες μορφές, από τον Ντε Σαντ και
τον Αγιο Αυγουστίνο έως το ζεύγος Σαρκοζί και τον Χάιντεγκερ. Μέσ’ απ’
αυτό το φαινομενικά ετερόκλητο σύνολο, ασκεί κριτική στην πολιτική και
στους εκπροσώπους της, στις δήθεν ουτοπίες, στην πίστη, την ανοησία και
την αφέλεια – δίχως να ξεχνά και τη σημερινή ποίηση με τους δικούς της
θεράποντες. Καταγίνεται βεβαίως και με το θέμα που κυρίως τον απασχολεί,
την αντιπαράθεση του παρελθόντος και του παρόντος, ως προσδιορισμών όχι
μόνο του χρόνου αλλά και της προσωπικής του διαδρομής. Παρακολουθεί την
αλλαγή που επέρχεται στον ίδιο του τον εαυτό, μια αλλαγή καθολική, που
περνάει από την κατάρριψη των παλαιότερων πιστεύω, προσωπικών και
ποιητικών, και που έχει πια γνώμονά της «τον ωραίο πυρετό του τίποτα». Ο
ποιητής δεν παραλείπει επεισόδια γεμάτα ρεαλισμό, που καυτηριάζουν τη
δυσπιστία, την κακεντρέχεια και την υποκρισία.
Χαρακτηριστικό
στοιχείο της ποίησής του Ζέρβα είναι το σχήμα, θα λέγαμε, της ανάστροφης
πυραμίδας: το ποίημα κορυφώνεται κατά τρόπο ολοένα πιο αφαιρετικό και
κατ’ επέκταση συμπυκνωμένο. Ετσι, η κατακλείδα του ποιήματος εμφανίζει
συχνά χαρακτήρα γνωμικού, με ισχύ αυτοτελή κι αυτόνομη. Ο Ζέρβας είναι
ποιητής κατ’ εξοχήν σαρκαστικός και ειρωνικός. Η ειρωνεία του, πάντα
παρούσα κι έντονα αισθητή, είναι πολυεπίπεδη: τη βρίσκουμε πότε σε
ιδέες, πότε σε λέξεις, πότε μέσα στις ίδιες τις ποιητικές μορφές. Ο
ερωτισμός του, γυμνός, αποτυπώνει πρώτα τη ματιά του άντρα και κατόπιν
του ποιητή. Είναι προφανές ότι ο Ζέρβας αρέσκεται στην αυτοαναίρεση.
Υποστηρίζει μια θέση με όχι λιγότερο πάθος απ’ αυτό που επιδεικνύει όταν
την καταρρίπτει με μιαν άλλη, εντελώς αντίθετη. Θέση λοιπόν κι
αντίθεση, με τον αναγνώστη στη μέση. Να τον πιστέψει λοιπόν αυτός, όταν
διακηρύττει το ανώφελο της ποιητικής δημιουργίας γενικά (πώς αλλιώς,
αφού «οι λέξεις κατέληξαν να μην έχουν κανένα νόημα») ή το άσκοπο
«παίδεμα» του ποιητή (μ’ ένα έργο «άχρηστο»);
Ο ποιητής αγαπά το
παιχνίδι: το παιχνίδι με τον χρόνο (το πριν και το τώρα), με τον
αναγνώστη (γύρω από τις φαινομενικώς ακατονόμαστες καταστάσεις, που
υποδηλώνει ο τίτλος), με τον ίδιο του τον εαυτό (τη μια
αυτοοικτιρόμενος, την άλλη «σοφός», τη μια αμετανόητος και την άλλη
διερωτώμενος, εξ ου και «πτωχαλαζών»), αλλά και με την πραγματικότητα
στο σύνολό της. Εμπρός στη σημερινή, μεταλλαγμένη πραγματικότητα, ο
Ζέρβας θέτει το ερώτημα του ρόλου του ποιητικού Εγώ στον κόσμο. Μπορεί
να ενταχθεί σ’ αυτόν ή όχι; Στο σημείο αυτό καλείται βέβαια και ο
αναγνώστης ν’ αναλάβει το μέρος της ευθύνης που του αναλογεί. Ειδικά ο
αναγνώστης του Ζέρβα δεν μπορεί να επαναπαυθεί. Μάρτυρας του
«παιδέματος» του ποιητή, «παιδεύεται» κι ο ίδιος προκειμένου να βγάλει
από το κοχύλι της ποίησής του μιαν άλλη πορφύρα.
Εν κατακλείδι, ο
Ζέρβας διαμηνύει με τους στίχους του Γέιτς: «Ολα άλλαξαν, άλλαξαν
ολοσχερώς: / Μια τρομερή ομορφιά ήρθε στον κόσμο». Πρόκειται για μιαν
αλήθεια που ισχύει και στη δική του περίπτωση. Ολα έχουν αλλάξει, και
μάλιστα ολοσχερώς, το σήμερα είναι άλλο απ’ το χθες: «Οι λέξεις έχουν
χάσει το νόημά τους» και η επικοινωνία τον ρόλο της, τα «ντουβάρια»
φέρουν «βαθιές πληγές», όπως ρυτίδες η επιδερμίδα. Μέσα απ’ αυτήν την
αλλαγή, μέσα απ’ αυτή την πείρα, γεννιέται μια νέα, «τρομερή» ομορφιά:
μια νέα ποιητική συλλογή.
Εκ των ων ουκ άνευ, τόσο η αλλαγή όσο και η πείρα. Εξάλλου, τι κι αν είναι τρομερή, η ομορφιά παραμένει ομορφιά.
Πρώτη δημοσίευση: Εφημερίδα "Η Καθημερινή", 13.02.2011