Σαν άλλοι οιωνοσκόποι
Νίνα Μενδρινού
Κοχύλια από χρόνο
Κέδρος, 2014
Κέδρος, 2014
«Πικρές ημέρες,/
αφέγγαρες νύχτες,/ πώς να σταθείς/ σ’ αυτές,/ φωνή/ πώς να κρατήσεις;» Η
Νίνα Μενδρινού εισακούει την απάντηση και προτροπή του Χρόνου στο
εναγώνιο αυτό ερώτημά της, κατορθώνοντας όντως να μετατρέψει αυτές τις
ημέρες και νύχτες σε παρελθόν, στα μαγικά της κοχύλια από χρόνο, και να
επιφυλάξει για τον εαυτό της τύχη υποσχόμενης διάρκειας.
Τα Κοχύλια από χρόνο
δεν είναι άλλο, από αυτό που δηλώνουν. Αναμνηστικά δηλαδή ενθύμια από
τα καλοκαίρια και τους χειμώνες της ζωής, κοχύλια που αποκτούν τη μορφή
εικόνων, προσώπων, εποχών και φωνών. Πρόκειται δε για κοχύλια που αφενός
συλλέγονται από το ταξίδι μες στο χρόνο, αφετέρου σωματοποιούν τον ίδιο
το Χρόνο ως έννοια και δύναμη. Ακόμη, αφορούν ένα χρόνο όχι μόνο
πραγματικό, αλλά και ονειρικά διεσταλμένο. Το αξιοπρόσεχτο στη συλλογή
είναι ότι το ταξίδι μες στο χρόνο πραγματοποιείται αμφίδρομα,
περιλαμβάνοντας όχι μόνο το βιωμένο παρελθόν της νεαρής ποιήτριας, αλλά
και μια –ηλικιακά τουλάχιστον– μη βιωμένη ωριμότητα, σε αντίθεση με την
εκφραστική της ωριμότητα όπως θα φανεί παρακάτω. Έτσι, πλάι στα θερινά
σινεμά με το φλερτ και τις εμπιστευτικές συζητήσεις με τη φίλη της
εικοσάχρονης, με έκπληξη συναντούμε τα ρυτιδωμένα και κηλιδωμένα χέρια
μιας ηλικιωμένης στο ποίημα –σε πρώτο πρόσωπο– «Γεράματα», τις
αναμνήσεις μιας γυναίκας «Κλείνοντας τα εβδομήντα» ή τις σκέψεις
–αποτυπωμένες με θαυμαστό ρεαλισμό– μιας γυναίκας με άνοια. Κυρίαρχος σε
ολόκληρη τη συλλογή είναι ο ρόλος της φύσης, μέσω της οποίας δηλώνεται η
εναλλαγή των εποχών του έτους και των περιόδων της ζωής της γράφουσας:
«Το τριζόνι,/ αιώνιος/ ραψωδός/ της νύχτας,/ ανέλπιδος/ εραστής/ των
άστρων», αλλά και «Για χάρη σου/ (…) μέσα στη χειμωνιά/ θα ανθίσω/ και
ας με κάψουν/ του Μάρτη/ τα ανοιξιάτικα/ χιόνια». Πίσω βέβαια από όλα
αυτά, οικογενειακές αναμνήσεις, στιγμιαίες ατομικές μνήμες, χωρισμούς
και αποχωρισμούς, αντικρίζουμε το βάρος της οντότητας, την ανθρώπινη
ύπαρξη με τα απαραγνώριστα χαρακτηριστικά της: «Μη γελιέσαι,/ δεν
υπάρχουν/ φυσιολογικές ζωές,/ μετρημένες λύπες/ υπάρχουν μόνο/ και
μυστικά/ του ενός…» ή αλλού «παράξενα αινίγματα/ οι ψυχές,/ ζαριές
απρόβλεπτες/ οι άνθρωποι». Κατά συνέπεια, δεν γίνεται αλλιώς, παρά να
ασκηθεί κριτική απέναντι σε μια κοινωνία και μια εποχή, όπως αυτές έχουν
διαμορφωθεί σήμερα από υπάρξεις αδύναμες: «…θα συγχωρέσει ίσως κάποτε/ ο
Θεός, μα/ ‘οι τοίχοι έχουν αυτιά,/ ο κόσμος μάτια και βλέπει’» ή
«Ευκολίες/ και παραδοξότητες/ μιας αμήχανης εποχής/ είχαμε φίλους
πολλούς/ να πάμε μαζί/ για έναν καφέ,/ μα/ ούτε έναν/ μαζί να
ξεδιψάσουμε/ νερό…»
Η συλλογή της
Μενδρινού διαθέτει ποιητική ουσία. Αναφέραμε ήδη την εκφραστική της
ωριμότητα, μια ωριμότητα θαυμαστή τόσο για το νεαρόν της ηλικίας της,
όσο –κυρίως!– και για το ίδιο το γεγονός μιας δεύτερης μόλις ποιητικής
συλλογής. Η Μενδρινού έχει στίχο λυρικό μες στην ελευθερία του: «Μια
συλλαβή/ από το όνομά μου/ είναι ό,τι από εσένα/ μου απόμεινε» ή «χρόνια
μου αλλοτινά,/ μη μου φανερωθείτε,/ καλά κρυφτείτε,/ μη σας βρω/ και
καώ» ή ακόμη «ήμουν/ άνεμος/ θαλασσινός,/ ψυχή/ εξόριστη/ ναυτικού/ που
δε γνώρισε/ αγκάλη,/ που ασκήτεψε/ στου Ονείρου/ την Ιθάκη». Άλλοτε πάλι
γίνεται στίχος έντονα στοχαστικός, προσφέροντας αυτό με το οποίο ο
ελεύθερος στίχος δικαιώνεται ίσως περισσότερο από οτιδήποτε άλλο:
σκέψεις και ιδέες. «Πάντα δίνει/ μια δεύτερη ευκαιρία/ η ζωή,/ ποτέ
όμως/ ο χρόνος,/ ποτέ/ η μνήμη» ή το ασύγκριτο: «Έτσι είναι, άλλωστε,/ η
φύση/ η ανθρώπινη:/ Και στις πιο αιώνιες/ αξίες της,/ θνητή.» Πέρα,
λοιπόν, από την εκφραστική ωριμότητα και τις ιδέες, η ποίηση της
Μενδρινού διαθέτει έντονη δραματικότητα που προκαλεί ειλικρινή και
βαθειά συγκίνηση, αλλά και μια αφηγηματικότητα, όπως αυτή θα έπρεπε
πάντα να υπάρχει στην ποίηση, προκειμένου να καθίσταται το εκάστοτε
ποίημα κάτι το απτό που συνδιαλέγεται με τον αναγνώστη.
Για τα πολυάριθμα Κοχύλια από χρόνο
θα θέλαμε ενδεχομένως και μια εσωτερική δομή σε ενότητες ή απαλοιφή
ορισμένων (λίγων), προς το τέλος του βιβλίου, τα οποία διαφοροποιούνται
από το υπόλοιπο σώμα, υφολογικά και όχι μόνον. Αυτό που σίγουρα θα
έχρηζε απαλοιφής είναι τα τόσα αποσιωποιητικά που δασκαλεύουν τον
αναγνώστη προσπαθώντας να δημιουργήσουν ένα κλίμα που από μόνοι τους οι
στίχοι δημιουργούν. Στα «Κοχύλια» μπορεί να απουσιάζουν οι εξωτερικοί
τύποι, υπάρχει όμως ουσία.
Σε αντίθεση με πολλές
περιπτώσεις στο σημερινό λογοτεχνικό και ευρύτερο κόσμο, η ποίηση της
Μενδρινού δεν υποκρίνεται κάτι άλλο από αυτό που είναι, ούτε
προσποιείται γνώση του παντός και συναναστροφή με το Υψηλό και τα θεία.
Αραδιάζει τα κοχύλια της, σαν αυτά που ο καθένας μας μαζεύει στις
παραλίες της ζωής, και απλώνει το χέρι στον αναγνώστη, –σαν άλλοι
οιωνοσκόποι– μαζί να τα “διαβάσουνε” και να ιαθούν.
Πρώτη δημοσίευση: Περιοδικό "Φρέαρ" (http://frear.gr/?p=5315)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου