Octavio Paz
Ο δρόμος
Μακρύς είναι ο δρόμος κι έρημος.
Περπατώ στο μισοσκόταδο, σκοντάφτω και πέφτω
και σηκώνομαι και με βήματα τυφλά
τις βουβές πέτρες πατώ και τα φύλλα τα ξερά,
και κάποιος άλλος, πίσω μου, τα πατά κι εκείνος•
όταν κοντοστέκομαι, κοντοστέκεται•
όταν τρέχω, τρέχει. Γυρίζω να τον αντικρίσω. Κανείς.
Τα πάντα είναι βυθισμένα στο σκοτάδι κι έξοδος πουθενά•
κόβω βόλτες, γυρίζω και γυρίζω, σε γωνιές
που πάντα βγάζουν στον ένα δρόμο,
όπου κανείς δε με περιμένει, ούτε με ακολουθεί,
όπου ε γ ώ έναν άντρα ακολουθώ που σκοντάφτει
και σηκώνεται και θωρώντας με λέει: Κανείς.
Μετάφραση: Έλενα Σταγκουράκη
*********************
La calle
Es una calle larga y silenciosa.
Ando en tinieblas y tropiezo y caigo
y me levanto y piso con pies ciegos
las piedras mudas y las hojas secas
y alguien detrás de mí también las pisa:
si me detengo, se detiene;
si corro, corre. Vuelvo el rostro: nadie.
Todo está oscuro y sin salida,
y doy vueltas y vueltas en esquinas,
que dan siempre a la calle
donde nadie me espera ni me sigue,
donde yo sigo a un hombre que tropieza
y se levanta y dice al verme: nadie.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου